ελληνική φωνή - κεντρική σελίδα  
επικοινωνία εκτύπωση
 
Εκδότης-Διευθυντής: ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΤΥΧΙΔΗΣ
Διευθύντρια Σύνταξης: ΑΡΤΕΜΙΣ ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΥ
Ηλεκτρονική Ενημέρωση για την Ελλάδα και τον Κόσμο - News - Nachrichten
     

Aρχείο της εβδομάδας :

ORPHEUS - Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΤΟΥ ΟΡΦΕΑ

Επανεμφάνιση του ανεπανάλπηπτου Ζαν Κοκτό , σε επανέκδοση της κόπιας του 1950 με τους Ζαν Μαρέ, Φρανσουά Περιέ Μαρία Κασάρες, Μαρία Ντέα, Ανρί Κρεμιέ Υπόθεση: Ένας ποιητής του 18ου αιώνα ταξιδεύει στο χρόνο αναζητώντας την θεία επιφοίτηση. Σε μια μυστηριώδη χώρα συναντά συμβολικούς χαρακτήρες όπως ο Οιδίποδας, η Ευρυδίκη και ο Ορφέας οι οποίοι επιφέρουν το θάνατο και την ανάστασή του. Ο Cocteau επέστρεψε με αυτή την ταινία στην κινηματογραφία για να δώσει ένα τέλος στην καριέρα του. «Με ύστερη γνώση», γράφει το 1961, «μπορώ να δω ότι η ταινία δεν είναι ακριβώς ταινία, αλλά κάτι που μου προσέφερε τα μόνα μέσα για να εκφράσω τα πράγματα που κουβαλάω μέσα μου». Και επίσης έχει πει αναφερόμενος στην ταινία του: «Οι καθρέφτες καλά θα έκαναν να σκέπτονταν προτού επιστρέψουν τα είδωλα». «..Εργάστηκα τριάντα χρόνια για να φτιάξω μια ταινία στην οποία οργανώνω τις πράξεις όπως ένας άλλος οργανώνει τις λέξεις για να φτιάξει ένα ποίημα». «Είναι προνόμιο του κινηματογράφου να μπορεί να επιτρέπει σε ένα μεγάλο αριθμό ανθρώπων να ονειρεύονται το ίδιο όνειρο και επιπλέον να μας δείχνει τις οπτικές παραισθήσεις της μη πραγματικότητας με την αυστηρότητα του ρεαλισμού. Εν ολίγοις, είναι ένα αξιοθαύμαστο όχημα για την ποίηση. Η ταινία μου δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια παράσταση στριπτίζ , αποτελούμενη από μετακινήσεις του κορμιού μου σιγά σιγά μέχρι να αποκαλυφθεί η ψυχή μου τελείως γυμνή. Γιατί υπάρχει ένα σημαντικό κοινό που ενδιαφέρεται για τον κόσμο των σκιών, που πεινάει για το πιο πραγματικό από την πραγματικότητα, το οποίο μια μέρα θα γίνει το σημάδι των καιρών μας. Αυτή είναι η κληρονομιά του ποιητή στις διαδοχικές γενιές των ανθρώπων που τον υποστήριξαν». «Η ταινία αυτή έχει θέμα τον τρόπο με τον οποίο η ζωή αναλαμβάνει να τροφοδοτεί το όνειρο. Αλλωστε η δική μου ζωή πρέπει να αντανακλάται και να σηματογραφείται δίχως εγώ να το κάνω επίτηδες. Ούτε αρχή, ούτε τέλος, μόνο μια ψυχή».
THE BLOOD OF A POET - ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ

Και δεύτερη ταινία του Ζαν Κοκτό , επανέκδοση του 1930 με τους Ενρίκ Ριβερό, Ελίζαμπεθ Λι Μίλερ, Πολίν Καρτόν, Οντέτ Ταλαζάκ Υπόθεση: Το «Αίμα του ποιητή» είναι χωρισμένο σε επεισόδια, κάποια από αυτά ενώνονται, κάποια όχι. Πιθανώς το πιο γνωστό είναι αυτό που απεικονίζει ένα διάσημο ποιητή ο οποίος προχωρώντας σε ένα διάδρομο ξενοδοχείου, σταματάει στις πόρτες των δωματίων και κοιτάζει μέσα από τις κλειδαρότρυπες. Αντικρίζει μια σειρά από tableaux vivants. Ένας από αυτούς δείχνει ένα παιδί που βασανίζει την κουβερνάντα του σκαρφαλώνοντας στον τοίχο. Ένας άλλος μια ομάδα Μεξικανών τυφεκιοφόρων που σκοτώνουν το θύμα τους μόνο και μόνο για να επανέλθει στη ζωή με μια αναπήδηση. Ο τρίτος, ένα σκοτεινό χώρο μέσα στον οποίο ένας άνδρας και μια γυναίκα γράφουν παρατηρήσεις ο ένας για τον άλλο, ενώ αγκαλιάζονται. Ο Cocteau δεν σκηνοθέτησε άλλη ταινία για τα επόμενα 16 χρόνια. Ο ίδιος σχολιάζοντας αυτό το κενό, έγραψε: «Το γεγονός ότι άφησα είκοσι χρόνια να περάσουν ανάμεσα σε αυτή την ταινία- την πρώτη μου- και τις άλλες, δείχνει ότι τη θεώρησα περισσότερο ως ποίημα ή πίνακα, ένα ποίημα ή έναν πίνακα τόσο ακριβό που δεν μπορούσα να συλλογιστώ καν τη δημιουργία παραπάνω από ενός». Το «Αίμα του ποιητή» είναι η τελευταία «αμφισβητούμενη» δουλειά του Cocteau. Καθώς το διπλωματικό κλίμα σκοτείνιαζε στη δεκαετία του 30 και η avant garde γινόταν όλο και πιο πολιτικοποιημένη, ο δημιουργός στράφηκε στη Γαλλική λογοτεχνία και κατάφερε να καθιερωθεί. Εξελίχθηκε σε έναν παραγωγικό αρθρογράφο και έγραψε μια σειρά από κλασσικά μελοδράματα όπως το πολύ πετυχημένο «Οι τρομεροί γονείς». Το «Αίμα του ποιητή» είναι ταυτόχρονα επανάληψη και νέα αρχή για τον δημιουργό του. Αν ειδωθεί στα πλαίσια της προηγούμενης δουλειάς του Cocteau, μπορεί να θεωρηθεί ανθολογία από αγαπημένα του θέματα και σκηνές, περιλαμβάνοντας καθρέφτες (ναρκισσισμός), μάτια (ηδονοβλεψία), αγάλματα (κλασικισμός), πόρτες (τα όρια ανάμεσα σε διαφορετικούς κόσμους) και αίμα (τα βάσανα του καλλιτέχνη). Επίσης η ταινία εμπεριέχει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία καθώς και αναφορές στις προηγούμενες δουλειές του. Αλλες προφανείς, (ο χιονοπόλεμος από τα «Τρομερά παιδιά»), και άλλες κωδικοποιημένες, (η μαγική «μεταφορά» του ποιητή σε παράλληλους κόσμους). Αν ειδωθεί στα πλαίσια της μετέπειτα καριέρας του, μπορεί να θεωρηθεί τετράδιο σημειώσεων για μελλοντικές ταινίες, καθώς πολλές από τις τεχνικές οι οποίες αργότερα έγιναν σήμα κατατεθέν του Cocteau δοκιμάστηκαν εδώ για πρώτη φορά. Η χρήση της αργής και της ανάποδης κίνησης, η ύπαρξη αφηγητή, και το πιο γνωστό εφε της ταινίας, το χτίσιμο των τοίχων στο πάτωμα του στούντιο. Ο Cocteau κινηματογραφώντας από μπροστά τους ηθοποιούς του που σέρνονταν στο πάτωμα, δημιουργούσε την εντύπωση πως οι τοίχοι στο φανταστικό κόσμο ήταν σαν μαγνήτες και μπορούσε κάποιος να σκαρφαλώσει πάνω τους. Το συγκεκριμένο εφε ήταν ομολογουμένως πολύ τρομαχτικό αλλά ο σκηνοθέτης το χρησιμοποιούσε συνέχεια γιατί του άρεσε πολύ. Τελικά είναι δύσκολο να μη συμφωνήσουμε με την ίδια την κριτική του Cocteau για την ταινία του, ως ένα θέμα «..αδέξια παιγμένο με ένα δάχτυλο», που όμως τελειοποίησε στον «Ορφέα». Παρόλη την αδεξιότητα της ταινίας, η σχεδόν παιδική απόλαυση που αντλούσε ο Cocteau από τις δυνατότητες του πρωτόγνωρου για εκείνον μέσου, δίνουν στο «Αίμα του ποιητή» μια ενέργεια και ένα παιχνίδισμα που μόνο ο Bunuel και ο Dali μπορούσαν να ξεπεράσουν.
PRINCE OF PERSIA - Ο ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ ΤΗΣ ΠΕΡΣΙΑΣ

Αμερικανική ταινία που βασίζεται στο ομώνυμο video game του Τζόρνταν Μέτσνερ (1989) σε σκηνοθεσία Μάικ Νιούελ με τους Τζέικ Τζίλενχαλ, Τζέμα Αρτερτον, Μπεν Κίνγκσλεϊ, Αλφρεντ Μολίνα, Τόμπι Κέμπελ Σύμφωνα με το σενάριο, ο πρίγκιπας Ντάσταν (Tζέικ Τζίλενχαλ) αναγκάζεται να ενώσει τις δυνάμεις του με τη μυστηριώδη πριγκίπισσα Ταμίνα (Τζέμα Αρτερτον) και να πολεμήσουν μαζί ενάντια στις σκοτεινές δυνάμεις που διεκδικούν το Στιλέτο του Χρόνου. Το αρχαίο στιλέτο έχει την ιδιότητα να απελευθερώνει την Αμμο του Χρόνου, αναστρέφοντας το χρόνο και επιτρέποντας στον κάτοχό του να γίνει κυρίαρχος του κόσμου. Μια επική περιπέτεια δράσης στη μυθική Περσία, με την υπογραφή του παραγωγού Tζέρι Μπρουκχάιμερ. «Θέλουμε πάντα να ταξιδεύουμε τους θεατές σε νέους, ανεξερεύνητους κόσμους, και η αρχαία Περσία είναι ένας από τους πιο υπέροχους προορισμούς» λέει ο παραγωγός Τζέρι Μπρούκχαϊμερ. «Η ταινία Prince of Persia: The Sands of Time" περιέχει απίστευτη φαντασία και εντυπωσιακή δράση. Είναι ένα έργο επικών προδιαγραφών, όπως οι παραγωγές "Αρμαγεδδών" και "Οι Πειρατές της Καραϊβικής». Ο Τζόρνταν Μέτσνερ , δημιουργός του video game, έχει πεί για τη θεματολογία και την επιλογή της Περσίας: «Αναζητούσα ένα σύμπαν που δεν είχε χρησιμοποιηθεί ξανά σε βιντεοπαιχνίδι». Επηρεάστηκε σημαντικά από δύο κλασικά έργα της Περσικής λογοτεχνίας: το έπος Shah-Nameh, που γράφτηκε γύρω στο 1000 μ.Χ. από τον ποιητή Ferdwosi και το "Χίλιες και Μία Νύχτες", μια συλλογή ιστοριών του 9ου αιώνα που συνδυάζει διάφορα παραδοσιακά παραμύθια της ευρύτερης περιοχής της Ανατολής. Διαβάζοντάς τα, ο Μέτσνερ σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα φανταστικό κόσμο, βασισμένο σε ιστορικές αλήθειες της αρχαίας Περσίας αλλά και σε νέες μυθολογίες σχετικά με αυτήν. Ο κύριος όγκος των γυρισμάτων έγινε στο Μαρόκο γιατί , όπως εξηγεί ο παραγωγός Τζέρι Μπρούκχαϊμερ, "Το Μαρόκο είναι ο ιδανικός τόπος για μια ταινία που αναφέρεται στον αρχαίο κόσμο» Τα γυρίσματα ξεκίνησαν στις 23 Ιουλίου 2008, στην περιοχή Ουκαϊμντέν, 75 χιλιόμετρα έξω από το Μαρακές, σε ένα υψόμετρο 2.500 μέτρων. Η πρόσβαση ήταν δύσκολη, μάλιστα 20 Μαροκινοί εργάτες εργάστηκαν επί 25 μέρες για να κατασκευαστεί ο δρόμος μέχρι εκεί, το μέρος όμως ήταν ιδανικό για τις σκηνές της Μυστικής Κοιλάδας. Για τα πλάνα όπου βλέπουμε τον Περσικό στρατό να πλησιάζει στο Αλαμούτ, χρησιμοποιήθηκαν 500 Μαροκινοί κομπάρσοι, οι οποίοι εκπαιδεύτηκαν ειδικά από τον παλαίμαχο του αμερικανικού ναυτικού και τεχνικό σύμβουλο του Μπρούκχαϊμερ, Χάρι Χάμφρις κι έναν Μαροκινό αξιωματικό της αστυνομίας. Η σκηνή γυρίστηκε 30 χιλιόμετρα έξω από το Ιζεργκέιν, στην έρημο του Αγκαφάι. Το Τάμεσλοτ είναι ένα απεριποίητο χωριουδάκι 20 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Μαρακές, με λίγα μαγαζιά και φτωχικά σπίτια, περιτριγυρισμένο από τείχη 700 ετών: ο καλλιτεχνικός διευθυντής Βολφ Κρέγκερ το μεταμόρφωσε στη μυθική πόλη Αλαμούτ της ταινίας. «Ο Βολφ Κρέγκερ είναι ένας πραγματικός καλλιτέχνης: έχει όραμα, δίνει προσοχή στη λεπτομέρεια, κάνει μεγάλα σχέδια και δε φοβάται να τα υλοποιήσει» παρατηρεί ο Τζέρι Μπρούκχαϊμερ. Ο Κρέγκερ έκανε ενδελεχή έρευνα πάνω στην αρχαία Περσική αρχιτεκτονική, πέρασε μέρες ολόκληρες με τον Μάικ Νιούελ μελετώντας φωτογραφίες του Ιράν και τελικά δημιούργησε κάτι περισσότερο από απλά σκηνικά: έναν ολόκληρο κόσμο που συνδύαζε την ιστορία με τη φαντασία. Το Αλαμούτ είναι ένα καθαρά φανταστικό μέρος, κάτι σαν τη μυθική Σάνγκρι-Λα, με έντονες Ινδικές επιρροές. Για τον πολεμικό εξοπλισμό του έργου κατασκευάστηκαν σχεδόν 3.500 διαφορετικά αντικείμενα, από ξίφη και ασπίδες μέχρι θήκες για σπαθιά και βέλη. «Η κύρια σχεδιαστική μας γραμμή για τα όπλα προέκυψε από μελέτη του Περσικού εξοπλισμού του 6ου αιώνα, αλλά επηρεαστήκαμε ταυτόχρονα και από το βιντεοπαιχνίδι. Μελετήσαμε πολλές συλλογές μουσείων του Ιράν, της Τουρκίας, της Αιγύπτου αλλά και του Βρετανικού Μουσείου του Λονδίνου» εξηγεί ο υπεύθυνος οπλοποιίας Ρίτσαρντ Χούπερ. Για την κατασκευή των όπλων χρησιμοποιήθηκαν παραδοσιακά υλικά, όπως σίδερο, καουτσούκ και ξύλο. «Στο Μαρόκο είχαμε την ευκαιρία να συνεργαστούμε με τεχνίτες και ειδικότητες που έχουν εκλείψει πια σε χώρες όπως η Αγγλία και η Αμερική». Το Στιλέτο του Χρόνου παραπέμπει οπτικά στο αντίστοιχο στιλέτο του video game, μετά από απόφαση του Τζέρι Μπρούκχαϊμερ. Για τις ανάγκες της ταινίας κατασκευάστηκαν 20 πανομοιότυπα στιλέτα από διαφορετικά υλικά, ώστε να εξυπηρετούν τις συνθήκες κινηματογράφησης π.χ. στις επικίνδυνες σκηνές το όπλο πρέπει να είναι ελαφρύτερο και να αντέχει στις πτώσεις.
DELICATESSEN

Παραγωγή του 1991 , θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν κόμικ- παραμύθι , μαύρη σάτιρα, έχει αποσπάσει αρκετά βραβεία το 1991 και 1992 (σεναρίου,πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη,Cesar,σκηνικών και κουστουμιών ).Σε σκηνοθεσία των Μαρκ Καρό, Ζαν Πιέρ Ζενέμε τους Πασκάλ Μπενεζέκ, Ντομινίκ Πινόν, Μαρί Λορ Ντουνιάκ, Ζαν Κλοντ Ντρέιφους Το σενάριο: Πυρηνική καταστροφή και το μεγαλύτερο μέρος της γης έχει καταστραφεί. Ο κόσμος πλέον ζει σε μικρές κοινότητες κάτω από δύσκολες συνθήκες. Σ' έναν από αυτούς τους μικρόκοσμους, εμφανίζεται ένας άνεργος κλόουν που νοικιάζει ένα διαμέρισμα και σε αντάλλαγμα αναλαμβάνει τη συντήρηση του κτηρίου. Η συνάντηση του με την κόρη του χασάπη- σπιτονοικοκύρη του, που διατηρεί στο ισόγειο κρεοπωλείο, καταλήγει σε ένα ρομαντικό ειδύλιο. Βέβαια... εντύπωση του προκαλεί η ικανότητα του χασάπη να βρίσκει συχνά κρέας, σε μιά εποχή που αποτελεί είδος εν ανεπαρκεία και η επιμονή του να τον ταϊζει πλουσιοπάροχα... Ο χασάπης στην πραγματικότητα προμηθεύει συνεχώς τους ενοίκους του με κρέας κάνοντας κομματάκια όσους ανυποψίαστους απαντούν στην αγγελία για τη δουλειά του επιστάτη ... Ο Ζενέ και ο Καρό μας μεταφέρουν σε μια άλλη εκδοχή της γης μετά την Αποκάλυψη. Ο συνδυασμός της σουρεαλιστικής σκηνοθεσίας με τη σκοτεινή φωτογραφία και τη γεμάτη νοσταλγία μουσική, επιτρέπουν στον θεατή να βιώσει μια διαφορετική ατμόσφαιρα που συγγενεύει σε ένα βαθμό με αυτήν του επίσης φουτουριστικού 'Brazil'. Προερχόμενοι από το χώρο της διαφήμισης και με την υποστήριξη του Τέρι Γκίλιαμ (εκτελεστής παραγωγής), οι σκηνοθέτες Καρό και Ζενέ με το πρώτο τους αυτό φιλμ, μεταφέρουν το θεατή σε μια μελλοντική κοινωνία στην οποία οι άνθρωποι έχουν χωριστεί σε κρεατοφάγους και χορτοφάγους και οι μεν τρέφονται με... τους δε. Οι δύο Γάλλοι δημιουργοί αφήνουν τη φαντασία τους να καλπάσει, επιλέγουν τα σκούρα χρώματα και ένα θολό από ατμούς και υγρασία περιβάλλον,εξαίσια σκηνικά και κουστούμια, δημιουργώντας ένα εφιαλτικό παραμύθι τόσο τρυφερό και σκοτεινό που εύχεσαι να μην τελειώσει. Η φιγούρα του χασάπη εν ώρα εργασίας (ένας παραληρηματικός Jean-Claude Dreyfus), μπορεί άνετα να μπει στην εγκυκλοπαίδεια του σινεμά, στο εισαγωγικό εδάφιο του μαύρου χιούμορ και της μαύρης κωμωδίας. Ο συγχρονισμός όλης της πολυκατοικίας στο ρυθμό του σομιέ του κρεοπώλη, που ερωτοτροπεί με την ντίβα του ρετιρέ, είναι το εξοχότερο και απολαυστικότερο δείγμα παράλληλου μοντάζ (με την υπογραφή του Herve Schneid), που έχετε δει ποτέ. Η φιγούρα του κακομοίρη ανθρωπάκου που ξεφεύγει τον κανιβαλισμό παρά τρίχα (καταπληκτικός ο Dominique Pinon), η μεταμόρφωσή του από ποντίκι σε λιοντάρι, οι φυτοφάγοι τρωγλοδύτες, η συνωμοσία της σιωπής, όλα είναι τέλεια. Η μουσική του Carlos D'Alessiο επίσης. Η φωτογραφία του Darius Khondji έχει μια περίεργη καφέ απόχρωση, που αναδεικνύει τοιουτοτρόπως την μετα-αποκαλυπτική ατμόσφαιρα και την δηκτική διάθεση των δημιουργών.
THE HORDE - ΟΙ ΟΡΔΕΣ ΤΗΣ ΕΚΔΙΚΗΣΗΣ

Μία ταινία τρόμου σε σκηνοθεσία των Γιανίκ Νταχάν και Μπέντζαμιν Ρος με τους Κλοντ Περόν, Ζαν Πιερ Μαρτέν, Ερίκ Εμπουανί, Ορελιέν Ρεκόιν Σενάριο: Στα βόρεια προάστια του Παρισιού 4 διεφθαρμένοι αστυνομικοί σκοπεύουν να εκδικηθούν το θάνατο του συναδέλφου και φίλου τους από μία αδίστακτη συμμορία και αποφασίζουν να επιτεθούν στο αρχηγείο τους σε έναν εγκαταλελειμμένο ουρανοξύστη. Καθώς οι πυροβολισμοί μεταξύ των αστυνομικών και των μελών της συμμορίας τρομοκρατούν τους ελάχιστους εξαθλιωμένους κατοίκους, συμβαίνει το φρικιαστικό: Ορδές διψασμένων αιμοβόρων πλασμάτων εμφανίζονται από παντού και καταδιώκουν ανελέητα όποιον βρεθεί μπροστά τους. Οι δρόμοι γεμίζουν με πτώματα και ολόκληρη η πόλη είναι στις φλόγες. Παρά την αμοιβαία έχθρα τους, κακοποιοί και αστυνόμοι δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να ενώσουν τις δυνάμεις τους προκειμένου να επιβιώσουν. Αλλά θα πρέπει να κατέβουν δεκατρία πατώματα όπου αδηφάγα και αιμοβόρα πλάσματα καραδοκούν... Ένας απο τους συμπαραγωγούς ο Ζαν Λαμπαντί σχολιάζοντας την ταινία , σημειώνει: "Μέσα από τις ταινίες τρόμου γίνονται σχόλια για σύγχρονα κοινωνικά ζητήματα όπως ο ρατσισμός, η φτώχεια και τα γκέτο στα προάστια μεγάλων πόλεων, η ενδοοικογενειακή βία, τα ναρκωτικά, χωρίς να απευθύνεται αποκλειστικά σε ένα καλά ενημερωμένο κοινό. Η διάδοση αυτών των ζητημάτων σε ένα ευρύτερο, κυρίως νεανικό κοινό με αντίστοιχη γλώσσα, έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Επηρεάζει ένα νεότερο ακροατήριο το οποίο δεν διαβάζει σοβαρές εφημερίδες και περιοδικά, το οποίο μέσα από αυτά τα φιλμ σχηματίζει εικόνα για σοβαρά κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα." Στο ίδιο μήκος και οι δύο σκηνοθέτες : "Τα τελευταία χρόνια με ταινίες όπως το Dawn of the Dead ή το 28 Days οι ευρωπαίοι σκηνοθέτες απολαμβάνουν μεγάλη ελευθερία στο να θίξουν ευαίσθητα θέματα όπως η βία, οι ασφυκτικές μεγαλουπόλεις, η συχνά βάναυση συμπεριφορά των αστυνομικών αρχών, ο ρατσισμός. Αντίστοιχα θέματα επιλέξαμε και εμείς να προσεγγίσουμε έμμεσα, τοποθετώντας τη δράση στα προάστια μιας μεγαλούπολης όπως το Παρίσι. Σαφώς και δεν αντιμετωπίσαμε τα ζητήματα αυτά ευθέως αλλά εντούτοις στην ταινία υπάρχει και μια κοινωνική διάσταση στην οποία θέλαμε να αναφερθούμε." "ΟΙ ΟΡΔΕΣ ΤΗΣ ΕΚΔΙΚΗΣΗΣ είναι μια καθαρόαιμη ταινία φρίκης. Μια ταινία συνεπής στις συμβάσεις του είδους, παρόλο που υπάρχει η πρόθεση σε αρκετά σημεία να τις υπερβεί. Η ιστορία ξεκινά με έναν ρεαλιστικό τρόπο, στην παράδοση των γκανγκστερικών ταινιών του γαλλικού σινεμά της δεκαετίας του '70. Όμως οι απροσδόκητες εξελίξεις και ο κίνδυνος που παραμονεύει παντού, πίσω από κάθε τοίχο, πίσω από κάθε πόρτα, αλλά και στο εσωτερικό κάθε χαρακτήρα, δίνουν βάρος στο πόσο απότομα μπορούν να συμβούν δραστικές αλλαγές στην ζωή μας και τι μπορούν να επιφέρουν. Αυτή στην ουσία είναι και η κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι χαρακτήρες και με την οποία έρχονται αντιμέτωποι.
SIN NOMBRE - ΧΩΡΙΣ ΟΝΟΜΑ

Η ταινία μεξικάνικης παραγωγής αφηγείται την ιστορία της μετανάστευσης απο το Μεξικό στις ΗΠΑ για μιά καλύτερη ζωή. Χιλιάδες Μεξικανοί το χρόνο προσπαθούν να περάσουν παράνομα τα σύνορα για τις Η.Π.Α. Λίγοι όμως τα καταφέρνουν να φτάσουν ενώ οι υπόλοιποι θυσιάζουν κυριολεκτικά τη ζωή τους για ένα μέλλον με πιο πολλές ευκαιρίες. Επίσης η ταινία αναφέρεται και στο φαινόμενο, πως πολλά παιδιά γίνονται μέλη συμμορίας και πριν καλά-καλά μπουν στην εφηβεία αντί να παίζουν με αυτοκίνητα, εκείνα ξέρουν να χρησιμοποιούν όπλα. Σε σκηνοθεσία Κάρι Φουκουνάγκα με τους Πολίνα Γκαϊτάν, Έντγκαρ Φλόρες, Κριστιάν Φερέρ η ταινία αφηγείται τις παράλληλες ιστορίες δύο παιδιών που αναζητούν ένα καλύτερο μέλλον και μια διέξοδο διαφυγής, το καθένα από τη δική του πραγματικότητα. Ο μεν Κάσπερ είναι μέλος μια συμμορίας, αλλά όταν ο «αρχηγός» της σκοτώνει την κοπέλα του εκείνος αναζητά εκδίκηση. Η δε Σάιρα φεύγει από το Μεξικό να πάει να συναντήσει τις αδελφές της στις Η.Π.Α. Οι δυο τους γνωρίζονται και ενηλικιώνονται με το δικό τους τρόπο, απότομα. Σύμφωνα με το σενάριο Κάσπερ βρίσκεται στην εφηβεία και είναι ήδη μέλος της αμείλικτης συμμορίας ?Μάρα?. Η Σάιρα ταξιδεύει με τον πατέρα και το θείο της από την εξοχή του Μεξικό προς τον Βορρά, στην οροφή ενός τρένου, με την ελπίδα πως θα μπορέσουν να περάσουν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Έτσι, οι δρόμοι του Κάσπερ και της Σάιρα διασταυρώνονται και μια ξεχωριστή φιλία γεννιέται, ενώ οι κίνδυνοι συνεχώς παραμονεύουν. Θα καταφέρουν να επιβιώσουν και να περάσουν τα σύνορα; Είναι η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους του Κάρι Φουκουνάγκα που του χάρισε τα βραβεία Σκηνοθεσίας και Φωτογραφίας. Γυρισμένο σε συγκλονιστικές τοποθεσίες, το οπτικά πλούσιο αυτό θρίλερ μεταφέρει τον θεατή στον σκοτεινό κόσμο των συμμοριών και των μεταναστών της Κεντρικής Αμερικής, μέσα από την ιστορία του Κάσπερ και της Σάιρα. Να τι λέει ο σκηνοθέτης : Αυτό το φιλμ ξεκίνησε από την μικρού μήκους ταινία μου "Victoria para Chino", που είχε ως θέμα μετανάστες πάνω σε φορτηγό που εγκαταλείφθηκαν και θανατώθηκαν στη Βικτώρια του Τέξας. Κάνοντας έρευνα γι' αυτό και γυρίσματα στο Μεξικό, έμαθα για τους μετανάστες της Κεντρικής Αμερικής. Όταν σκεφτόμαστε μετανάστες, συνήθως αναφερόμαστε στους Μεξικάνους που πάνε στις ΗΠΑ. Υπάρχουν όμως και κάτοικοι της Ονδούρας, της Γουατεμάλας και της Νικαράγουας που ταξιδεύουν βόρεια, πάνε στο Μεξικό κι από κει περνούν στις ΗΠΑ. Ήξερα ότι αυτή ήταν μια ιστορία που ήθελα να γυρίσω σε ταινία. Μου κέντρισε το ενδιαφέρον προσωπικά. Ήθελα το κοινό να δει το θέμα από την ανθρώπινη πλευρά του, που δεν έχει να κάνει με την πολιτική ή με το τι σημαίνει ή τι θα έπρεπε να είναι η μετανάστευση. Το καλοκαίρι του 2005 πήγα στις περιοχές Chiapas και Tapachula του Μεξικού με φίλους για να κάνουμε έρευνα από πρώτο χέρι. Μιλήσαμε με αστυνομικούς. Πήγαμε στις φυλακές να δούμε μέλη συμμοριών που συμμετείχαν στο λαθρεμπόριο μεταναστών. Πήγαμε στα σύνορα, επισκεφτήκαμε μετανάστες σε σταθμούς τρένων, σε μάντρες και καταφύγια, μεταξύ των οποίων και σε ένα ειδικά σχεδιασμένο καταφύγιο ,για μετανάστες που είχαν τραυματιστεί σε τρένα, π.χ. 16χρονοι που είχαν χάσει τα πόδια τους. Πρόκειται για ανθρώπους που πήγαιναν βόρεια σε αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής γι' αυτούς και τις οικογένειές τους, όμως, αφού τραυματίστηκαν, δεν το κατάφεραν ποτέ. Οι μετανάστες που γνώρισα ήξεραν ότι το ταξίδι, και η ζωή που κυνηγούσαν, επρόκειτο να είναι δύσκολα. Δεν συνάντησα κανέναν που να πίστευε ότι οι δρόμοι θα ήταν στρωμένοι με χρυσάφι στις ΗΠΑ. Δεν είναι αυτή η άποψη που έχει ο κόσμος πλέον. Το ταξίδι τους γίνεται πλέον με σκοπό την επιβίωση. Η ταινία έχει να κάνει με καθημερινούς ανθρώπους της εποχής μας. Ζουν τις ζωές τους και έχουν πάρει την απόφαση να ψάξουν για κάτι καλύτερο. Ο Σμάιλι προσπαθεί να ενσωματωθεί σε μια ομάδα. Έχοντας μεγαλώσει με τη γιαγιά του, δεν είχε καθόλου επιρροές από αντρικές φιγούρες. Ο Κάσπερ, ως μέλος της συμμορίας Μάρα, είναι το παράδειγμά του. Ίσως να υπάρχουν συγκεκριμένοι λόγοι που κάθε παιδί γίνεται μέλος μιας συμμορίας, όμως η κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή. Ο Κάσπερ και η Σάιρα προσπαθούν να δημιουργήσουν τις οικογένειες που δεν είχαν ποτέ. Αυτό το θέμα είναι αντίθετο με τον κόσμο των μεταναστών και των συμμοριών. Όταν οι δυο νέοι συναντιούνται, μια εμπιστοσύνη χτίζεται ανάμεσά τους σιγά σιγά.

Aρχείο Ταινιών υπόλοιπων εβδομάδων

 
 
Ειδήσεις για όλους | Σχόλια | Αγγελίες | Τουριστικό Ρεπορτάζ | Ιατρικά Θέματα | Παρουσίαση Βιβλίων | Επικοινωνία