Η   Ε λ λ η ν ι κ ή   Φ ω ν ή   σ ε   5 5   γ λ ώ σ σ ε ς
   G r e e k   V o i c e   i n   5 5   l a n g u a g e s



Πάμε Σινεμά ; Οι ταινίες της εβδομάδας
 
ελληνική φωνή - κεντρική σελίδα  
επικοινωνία εκτύπωση
 
Εκδότης-Διευθυντής: ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΤΥΧΙΔΗΣ
Διευθύντρια Σύνταξης: ΤΟΝΙΑ ΜΑΝΙΑΤΕΑ
Ηλεκτρονική Ενημέρωση για την Ελλάδα και τον Κόσμο - News - Nachrichten
Θέατρο - Σινεμά    (click)   Μουσική    (click)  Αθλητισμός    (click)  Οικονομικά Θέματα    (click)
     




Έλληνες στη Νότια Αφρική
Από εργάτες στα ορυχεία πετυχημένοι επιχειρηματίες



Γιοχάνεσμπουργκ.-

Η ελληνική παρουσία στη Νότια Αφρική δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα.
Οι πρώτοι Έλληνες μετανάστες, στα τέλη του 19ου αιώνα, ήταν έμποροι
και εργάτες στα ορυχεία, όπου πολλοί έχασαν τη ζωή τους από φυματίωση.
Ήρθαν αντιμέτωποι με τον ρατσισμό και με οργανωμένες επιθέσεις, όμως
δεν το έβαλαν κάτω, προσαρμόστηκαν, πάλεψαν και κατάφεραν να ανέλθουν
οικονομικά και κοινωνικά και ασχολήθηκαν με μεγάλη επιτυχία με κάθε
τομέα της οικονομικής δραστηριότητας.
Από νωρίς  συμμετείχαν στα δρώμενα της χώρας. Ο Γιώργος Μπίζος, ο
οποίος έφυγε από τη ζωή τον Σεπτέμβριο, ήταν δικηγόρος του
Νοτιοαφρικανού ηγέτη Νέλσον Μαντέλα και αγωνίστηκε στο πλάι του για
πάνω από 20 χρόνια. Λιγότερο γνωστή είναι η περίπτωση του Δημήτρη
Τσαφέντα, γιου ενός Έλληνα και μιας Μοζαμβικανής, που κατάφερε
θανατηφόρο χτύπημα στον πρωθυπουργό της Νότιας Αφρικής, αρχιτέκτονα
του απαρτχάιντ (του καθεστώτος διαχωρισμού μεταξύ μαύρων και λευκών),
Χέντρικ Φερβούρντ.
Την συναρπαστική ιστορία των Ελλήνων στη χώρα καταγράφει ο
ιστορικός-ερευνητής Αντώνης Χαλδαίος στο βιβλίο του «Η Ελληνική
Κοινότητα στη Νότια Αφρική» (The Greek Community in South Africa),
προϊόν εκτεταμένης έρευνας σε ιδιωτικά και δημόσια αρχεία στη Νότια
Αφρική, την Ελλάδα και τη Μεγάλη Βρετανία.
Όπως δήλωσε  ο κ. Χαλδαίος, οι πρώτοι Έλληνες μετανάστες ήταν ναυτικοί
που έφτασαν στο λιμάνι του Κέιπ Τάουν, γύρω στο 1860, ενώ 30 χρόνια
αργότερα η μετανάστευση έγινε πιο μαζική, με τους περισσότερους να
ξεκινούν από την Ιθάκη και την Κεφαλλονιά και σε μικρότερο βαθμό, από
κάποια νησιά του Αιγαίου, όπως η Λήμνος, η Λέσβος, η Σάμος.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, η ελληνική κοινότητα αριθμούσε 200 με 300
άτομα και όσοι ζούσαν στην περιοχή του Κέιπ Τάουν ήταν έμποροι και
όσοι έμεναν στα βόρεια της σημερινής Νότιας Αφρικής, στην τότε
ανεξάρτητη δημοκρατία του Τρανσβαάλ, μεταλλωρύχοι.
Το 1899 έγινε ο δεύτερος πόλεμος μεταξύ των Μπόερς (Ευρωπαίοι
ολλανδικής και γαλλικής καταγωγής) και των Άγγλων και σε αυτόν
συμμετείχαν Έλληνες και από τις δύο πλευρές. Υπήρχε, δηλαδή, ελληνική
λεγεώνα που πολέμησε με τους Άγγλους και απαρτιζόταν από περίπου 30-40
άτομα, με επικεφαλής τον Χρυσοβελώνη. Η πλειοψηφία των Ελλήνων τάχθηκε
με τους Μπόερς, οι οποίοι μάχονταν για να υπερασπιστούν την περιοχή
τους από τους Άγγλους αποικιοκράτες.
Χαρακτηριστική είναι η ιστορία ενός Έλληνα από την περιοχή της
Ηπείρου, του Ιωάννη Παπακώστα, ο οποίος μετανάστευσε στη Νότια Αφρική
μετά από ένα μικρό πέρασμα από την τότε Τανγκανίκα, και έλαβε μέρος σε
πολλές μάχες στο πλευρό των Μπόερς, με ηρωική δράση. Μάλιστα, σε μια
μάχη συνελήφθη και εκτοπίστηκε από τους Βρετανούς σε στρατόπεδο
συγκέντρωσης στη σημερινή Σρι Λάνκα, όπου και παρέμεινε μέχρι το τέλος
του πολέμου και την υπογραφή συνθήκης από τους Μπόερς.
Ο αριθμός των Ελλήνων άρχισε να αυξάνεται σταδιακά μετά το 1920 και
1930. Παρόλο τον μικρό αριθμό των Ελλήνων, οι πρώτες ελληνικές
κοινότητες είχαν δημιουργηθεί μέχρι το 1920. Η πρώτη οργανωμένη
κοινότητα ήταν η Ελληνική Κοινότητα του Κέιπ Τάουν, η οποία προϋπήρχε
ως Σύνδεσμος Αλληλοβοήθειας (1898) και ως κοινότητα δημιουργήθηκε το
1902. Ακολούθησαν οι κοινότητες στην Πρετόρια, το Γιοχάνεσμπουργκ
(1908) και στο Ντέρμπαν (1918). Σταδιακά και μέχρι τη δεκαετία του '50
και του '60, δημιουργήθηκαν ελληνικές κοινότητες σε πάνω από 20
πόλεις, με αρκετά μεγάλη παρουσία Ελλήνων, η οποία όσο περνούσαν οι
δεκαετίες αυξανόταν.
Η μεγάλη μεταναστευτική ροή συντελέστηκε μετά το 1950 και κυρίως μετά
το 1960. Μετά το τέλος του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου στην Ελλάδα,
αρκετές χιλιάδες Έλληνες πήγαν προς τη Νότια Αφρική, που τότε ζητούσε
Ευρωπαίους. Την εποχή εκείνη, Έλληνες από χώρες της Αφρικής που
αποκτούσαν την ανεξαρτησία τους, όπως η Αίγυπτος, το Σουδάν και το
Κογκό, μετανάστευσαν στη Νότια Αφρική. Γύρω στο 1970, η ελληνική
κοινότητα αριθμούσε 120.000 άτομα. Η ελληνική κοινότητα άρχισε να
φθίνει μετά το 1976, όταν ξεκίνησε η προσπάθεια των Αφρικανών να
επανακτήσουν τη χώρα τους, η οποία ήταν στα χέρια των λευκών.
Οι ταραχές στο Σοβέτο το 1976 δημιούργησαν φοβία και ανησυχία και
στους Έλληνες που ζούσαν στη χώρα, οι οποίοι άρχισαν σιγά σιγά να
φεύγουν. Το μεγάλο κύμα φυγής ξεκίνησε το 1990, όταν η χώρα πέρασε από
το καθεστώς του απαρτχάιντ και της κυριαρχίας των λευκών, στις πρώτες
ελεύθερες, δημοκρατικές εκλογές με τη συμμετοχή όλων των ανθρώπων. Η
έξαρση της εγκληματικότητας και η οικονομική δυσπραγία, οδήγησε πάρα
πολλούς Έλληνες, σχεδόν το 50% του πληθυσμού, να αποχωρήσει από τη
χώρα. Το 1990 οι Έλληνες ήταν 70.000 και σήμερα είναι γύρω στις
35.000.



 

ΤΟΠΟ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ!

Όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα στα ίδια μένουν... ΛΕΕΙ μια λογική ότι, «μεγαλύτερη και από τη σοφία είναι η εμπειρία». Διότι δεν πρέπει μόνο να είναι κανείς σοφός για να καταλάβει ότι με την εξουσία «παίζουν» πάντα οι ίδιοι και οι ίδιοι εραστές (κατά μια έννοια «νταβατζήδες» οι οποίοι και δεν επιτρέπουν σε άλλους να την αγγίξουν), αλλά θα πρέπει να είναι κανείς και αρκετά έμπειρος ώστε να την έχει ζήσει για χρόνια αυτήν την στενή σχέση μεταξύ των παραγόντων - εραστών και της εξουσίας... ΕΙΠΑ τις προάλλες να θυμηθώ τα παλιά και τα ρεπορτάζ της δεκαετίας του 80, πήρα το αμάξι και τον δρόμο για την Κάρλα, με μουντό καιρό και πολύ αέρα για να παρακολουθήσω τα εγκαίνια της δημιουργίας της λίμνης, σχεδόν έναν αιώνα από την αποξήρανσή της. Ιστορικό γεγονός λέω, δεν θα το χάσω, ποιός ξέρει κάποιοι άλλοι απόγονοι της δικής μας εποχής μπορεί να την ... αποξηράνουν πάλι, ψάχνοντας ίσως για λύσεις σε θέματα διατροφικών αναγκών, ή ό,τι άλλο τέλος πάντων θα έχει ανάγκη ο τόπος και εκείνη η γενιά. ΕΙΔΑ λοιπόν στην Κάρλα, τι άλλο; νερά...πολλά νερά... Τις γνωστές «μπάρες» της δεκαετίας του 90, να γίνονται ταμιευτήρες και δυο τρεις ταμιευτήρες μαζί να σχηματίζουν σήμερα μια μικρή λίμνη. Τον περιφερειάρχη να ομιλεί στο βήμα για την σπουδαιότητα του έργου, που χρειάστηκε δεκαετίες να υλοποιηθεί (και την συμβολή βεβαίως πολλών ανθρώπων της εξουσίας, της κεντρικής και της τοπικής). Είδα πλειάδα ανθρώπων της διοίκησης και της αυτοδιοίκησης, (ακόμα και της ...παραδιοίκησης) είδα σπουδαίους υπαλλήλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης που βοήθησαν στην επιτάχυνση εκταμίευσης των πόρων, να συμμετέχουν όλοι στη γιορτή, κυρίως χειροκροτώντας ή φωτογραφιζόμενοι (ανα)μεταξύ τους, για τον εμπλουτισμό του κοινωνικού βιογραφικού τους ενόψει ενδεχομένως της όποιας εκλογικής αναμέτρησης... ΜΠΡΟΣΤΑ από τους φωτογράφους, μια ομήγυρη «παραγόντων» με γύρισαν δεκαετίες πίσω. Οι ίδιοι άνθρωποι τα ίδια πρόσωπα, πιο γερασμένα πλέον από τον χρόνο, έπιαναν θέσεις απέναντι από τις κάμερες με μια μαεστρία επαγγελματική, που απέκτησαν από την πολυετή ενασχολησή τους με τα κοινά. Πάει λέω...Ή εγώ γέρασα και τους βλέπω όλους ίδιους, ή δεν υπάρχουν νέοι στον τόπο αυτό να δώσουν άλλη ζωντάνια, άλλη προοπτική σε ότι έχει σχέση με την ανάπτυξη ακόμα και με την πολιτική εκπροσώπηση. Δήμαρχοι δεκαετιών, παλιοί πρόεδροι κοινοτήτων, σύμβουλοι σιτεμένοι από τον χρόνο, πολιτικοί και διευθυντές υπηρεσιών που ξέχασαν να συνταξιοδοτηθούν, όλοι εκείνοι οι «πολιτευτές», αλλά και οι πρωτοκλασάτοι κομματάνθρωποι - «ιδιαίτεροι» όλων των χώρων, που ...σταφίδωσε τα πρόσωπά τους ο χρόνος, «γυρολόγοι των εκδηλώσεων» ιδίως των εγκαινίων (μετα φαγητού παρακαλώ), προσδοκώντας τουλάχιστον δημοσιότητα, δεν λένε ακόμα να εγκαταλείψουν, να αποτραβηχτούν παραχωρώντας τις θέσεις τους σε νέους ανθρώπους, ορεξάτους για δουλειά, πιο δυνατούς να χαράξουν το μέλλον που άλωστε τους ανήκει... ΔΕΝ είχε τελειώσει η τελετή των εγκαινίων εκεί στα παρακάρλια χωράφια και μελαγχόλησα. Πήρα τον δρόμο της επιστροφής. Άραγε τι ζητούσα και γω εκεί; Πάνε πάνω από τρεις δεκαετίες τώρα από την πρώτη σύσκεψη που είχα παρακολουθήσει τότε ως ρεπόρτερ της «Ελευθερίας» για την δημιουργία της λίμνης αλλά και την (στα χαρτιά ακόμη) εκτροπή του Αχελώου! Οι παλιοί «παράγοντες» πρέπει να κλείσουν τον κύκλο της ζωής τους στα κοινά. Κρίμα όμως, γιατί από μόνοι τους δεν το κάνουν ποτέ οι περισσότεροι. Η εξουσία είναι μια πλούσια ερωμένη, κρατά ομήρους τους «τσιμπιμένους» μαζί της. Οι μόνοι που μπορούν να βάλουν τέλος σ´αυτές τις σχέσεις είναι οι ψηφοφόροι. Κανείς άλλος...

Γράφει ο Δημοσιογράφος Χρήστος Τσαντήλας

Αναλυτικά στη σελίδα "Θέματα" >>


 




Ειδήσεις για όλους | Θέματα | Τουριστικό Ρεπορτάζ | Ιατρικά Θέματα | Παρουσίαση Βιβλίων | Επικοινωνία