Η   Ε λ λ η ν ι κ ή   Φ ω ν ή   σ ε   5 5   γ λ ώ σ σ ε ς
   G r e e k   V o i c e   i n   5 5   l a n g u a g e s



Πάμε Σινεμά ; Οι ταινίες της εβδομάδας
 
ελληνική φωνή - κεντρική σελίδα  
επικοινωνία εκτύπωση
 
Εκδότης-Διευθυντής: ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΤΥΧΙΔΗΣ
Διευθύντρια Σύνταξης: ΤΟΝΙΑ ΜΑΝΙΑΤΕΑ
Ηλεκτρονική Ενημέρωση για την Ελλάδα και τον Κόσμο - News - Nachrichten
Θέατρο - Σινεμά    (click)   Μουσική    (click)  Αθλητισμός    (click)  Οικονομικά Θέματα    (click)
     




Οι Έλληνες ποιητές  που άφησαν το στίγμα τους



Αθήνα-(Ανταπόκριση Β.Χατζηβασιλείου)

Ποια είναι η ταυτότητα της νεώτερης ελληνικής ποίησης και πώς μπορούμε να περιγράψουμε τους βασικούς σταθμούς της; Η Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης είναι μια ευκαιρία για περιηγηθούμε στην περιοχή μιας τέχνης με μακρά προϊστορία στη χώρα μας. Σημαδεμένοι από τη δραματική εμπειρία του ναζισμού, ιδιαίτερα επιφυλακτικοί ως προς τη δυνατότητα της Αριστεράς να ενεργήσει ως μια ριζικά ανανεωτική και ζωογόνος δύναμη, καθώς και πρόθυμοι να μιλήσουν με μια σαφώς χαμηλόφωνη γλώσσα, πολλοί από τους μεταπολεμικούς ποιητές (από το 1950 και ύστερα: Άρης Αλεξάνδρου, Μανόλης Αναγνωστάκης, Δημήτρης Δούκαρης, Πάνος Θασίτης, Μιχάλης Κατσαρός, Κλείτος Κύρου, Θανάσης Κωσταβάρας, Τάσος Λειβαδίτης, Τίτος Πατρίκιος, Γιώργης Παυλόπουλος, Τάκης Σινόπουλος, Ανέστης Ευαγγέλου, Βασίλης Καραβίτης, Βύρων Λεοντάρης, Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, Μάριος Μαρκίδης, Πρόδρομος Μάρκογλου, Τόλης Νικηφόρου) δεν θα διστάσουν να εξισώσουν τη μοίρα της ποίησης με τη μοίρα μιας κοινωνίας που αδυνατεί να ξεφύγει από το συνεχές κατρακύλισμα των αξιών της. Παράλληλα, βέβαια, με αυτή την τροχιά θα σχηματιστούν κι άλλες, εντελώς διαφορετικές τάσεις: από τις φωνές του υπαρξιακής, της μεταφυσικής και της ερωτικής αγωνίας (Σταύρος Βαβούρης, Όλγα Βότση, Γιώργος Γεραλής, Μηνάς Δημάκης, Άρης Δικταίος, Νίκος Καρούζος, Ανδρέας Αγγελάκης, Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, Ορέστης Αλεξάκης, Νίκος-Αλέξης Ασλάνογλου, Θωμάς Γκόρπας, Ζέφη Δαράκη, Κική Δημουλά, Μάνος Ελευθερίου, Χρίστος Λάσκαρης, Μάρκος Μέσκος, Τάσος Πορφύρης, Αμαλία Τσακνιά, Σπύρος Τσακνιάς, Ντίνος Χριστιανόπουλος) και τον καθαρό λυρισμό (Τάκης Βαρβιτσιώτης) ώς την υποβλητική ατμόσφαιρα της κρυπτικής γραφής (Ελένη Βακαλό, Ε. Χ. Γονατάς, Νίκος Φωκάς) ή τις διάφορες υπερρεαλιστικές δοκιμές και προσπάθειες (Μαντώ Αραβαντινού, Νάνος Βαλαωρίτης, Έκτωρ Κακναβάτος, Γιώργος Λίκος, Δ. Π. Παπαδίτσας, Μίλτος Σαχτούρης, Τάσος Δενέγρης).

Οι ποιητές που θα κάνουν το ντεμπούτο τους στην ελληνική λογοτεχνική σκηνή κατά τη δεκαετία του 1970 θα επιδείξουν στα πρώτα βήματα της πορείας τους μιαν απορριπτική διάθεση έναντι των πάντων – μια διάθεση ενταγμένη σ΄ένα κλίμα συνεχούς οργής και ανυποχώρητης επιθετικότητας. Ο εκσυγχρονισμός της ελληνικής κοινωνίας με τις απανωτές του στρεβλώσεις, αλλά και οι απόηχοι των διεθνών κινημάτων κατά της ιδεολογίας της ευμάρειας (από τα συνθήματα του γαλλικού Μάη του 1968 ώς τις κινητοποιήσεις της Νέας Αριστεράς στα αμερικανικά πανεπιστήμια) θα υπαγορεύσουν σε μεγάλο βαθμό τη στάση τους. Με αδιαμεσολάβητο, σχεδόν προφορικό λόγο, οι ποιητές αυτής της γενιάς θα συναντηθούν με τις πολλαπλές ανησυχίες των συνοδοιπόρων τους στην Ευρώπη και στην Αμερική. Εν συνεχεία, όμως, και όσο θα βαδίζουν προς την ωριμότητα, οι ποιητές της γενιάς του 1970 θα εγκαταλείψουν την οποιαδήποτε συλλογική ανησυχία, αποκαλύπτοντας ένα τοπίο εντελώς διαφορετικό από εκείνο που θα επικρατήσει στις νεανικές τους αναζητήσεις. Κινούμενοι σε μια μακρά γραμμή επιδράσεων (από Ρεμπώ, Ουίτμαν, Πάουντ, Κέρουακ, Κόρσο και Γκίνσμπεργκ μέχρι Πρεβέρ, Έλιοτ και Πλαθ), οι ποιητές της γενιάς του 1970 θα εξακολουθήσουν καταρχάς να στρέφονται (αν και ήδη με έναν πολύ εξατομικευμένο τρόπο) στον κοινωνικό τους περίγυρο. Ένας περίγυρος που άλλοτε θα αποτυπωθεί στην ποιητική συνείδηση μέσω μιας σειράς παραμορφωμένων προσώπων και σκηνικών (Γιάννης Κοντός), άλλοτε θα προσλάβει τη μορφή μιας μελαγχολικής περιπλάνησης στη μεγαλούπολη (Γιώργος Μαρκόπουλος, Γιώργος Χρονάς) και άλλοτε θα βρει την έκφρασή του σε μιαν εσκεμμένα κοφτερή και ταυτοχρόνως αναιδή γλώσσα (Γιάννης Καρατζόγλου, Γιάννης Πατίλης, Λευτέρης Πούλιος). Κάποια μνήμη του συλλογικού θα συντηρηθεί και διαμέσου της προσφυγής στην ανάταση της γενέθλιας υπαίθρου (Μιχάλης Γκανάς). Από αυτό το σημείο και πέρα, ωστόσο, θα κυριαρχήσει η πλήρης εσωστρέφεια: με την περιπλάνηση στο εσωτερικό του ποιητικού εργαστηρίου (Δημοσθένης Αγραφιώτης, Νάσος Βαγενάς, Γιώργος Βέλτσος, Διονύσης Καψάλης, Δημήτρης Καλοκύρης, Χριστόφορος Λιοντάκης), με την εξύμνηση της σιωπής, της απουσίας και του κενού (Αλέξανδρος Ίσαρης, Αναστάσης Βιστωνίτης, Αλέξης Τραϊανός), με την αποθέωση του αισθησιακού ερωτισμού (Γιώργος Κ. Καραβασίλης), με την ταύτιση γυναικείου φύλου και φύσης (Τζένη Μαστοράκη, Αθηνά Παπαδάκη. Άντεια Φραντζή, Δήμητρα Χριστοδούλου), με τα παιχνίδια της γλώσσας, με τα μικρά, καθημερινά δράματα (Μαρία Λαϊνά), με την εικονογραφία της αστικής παρακμής (Γιάννης Βαρβέρης) ή με τις εκλεπτυσμένες παρατηρήσεις στις οποίες μας υποβάλλει το βλέμμα του αισθητισμού (Κώστας Μαυρουδής). Κι ας μην παραλείψουμε σε μια τέτοια τροχιά τις τερατώδεις μορφές του ανθρώπινου σώματος (Κώστας Γ. Παπαγεωργίου) ή την κατάδυση στον κόσμο των αρχετύπων και της φιλοσοφικής ενατένισης (Μανώλης Πρατικάκης, Αντώνης Φωστιέρης, Γιάννης Υφαντής).

Με πολύ πιο έντονη την αίσθηση του κλειστού χώρου, οι ποιητές που θα ανέβουν στο προσκήνιο κατά τη δεκαετία του 1980, δεν θα διστάσουν να διακηρύξουν σε όλους τους τόνους τη μοναξιά και το προσωπικό τους αδιέξοδο, για να καταλήξουν σταδιακά σ΄ ένα σχεδόν ανεξέλεγκτο άγχος της καθημερινής ύπαρξης. Ο καθείς και τα όπλα του σε μια γενιά που όταν θέλει κατ’ εξαίρεσιν να κρατήσει κάτι από την εικόνα του συλλογικού δεν μπορεί παρά να το πράξει πολύ διακριτικά και έμμεσα: χρησιμοποιώντας το επίγραμμα και τα βιβλικά σύμβολα (Τάσος Καπερνάρος), αναζητώντας τη μυθολογία της στην αθωότητα του φυσικού περιβάλλοντος και στη μοίρα των κοινωνικά παραμερισμένων (Βαγγέλης Κάσσος) ή κατανοώντας τον περίγυρο μέσα από τις συγκεχυμένες αντανακλάσεις του σ΄έναν μονίμως ραγισμένο καθρέφτη (Παντελής Μπουκάλας). Στους αντίποδες αυτής της λογικής θα αναπτυχθεί μια ποίηση της μινιατούρας: η συρρίκνωση του κόσμου σε μια χαρακτηριστική του λεπτομέρεια ή σε μια παντελώς τυχαία στιγμή του (Γιώργος Κοζίας, Γιάννης Τζανετάκης, Θάνος Σταθόπουλος). Η συνέχεια της διαδρομής, παρόλα αυτά, θα είναι, όπως και στους προηγούμενους, ο πολυμερισμός και η πολυδιάσπαση. Όλα είναι και πάλι πιθανά τώρα: η επιδίωξη της συγκίνησης με όχημα τον ποιητικό στοχασμό, η κατάτμηση της συνείδησης (Γιώργος Μπλάνας, Παναγιώτης Κερασίδης), το σώμα ως μεταφορά της αδυναμίας της ψυχής να φτάσει στην πληρότητα (Κωστής Γκιμοσούλης, Σάκης Σερέφας), η πικρή επίγνωση της φθοράς και της ματαιότητας (Νίκος Γ. Δαββέτας, Σωτήρης Τριβιζάς, Θανάσης Χατζόπουλος, Δημήτρης Χουλιαράκης), ο ανανεωμένος αισθησιασμός (Γιώργος Κακουλίδης) και λυρισμός (Γιώργος Κοροπούλης), η παρωδία της παράδοσης (Ηλίας Λάγιος) ή το υψηλό καλλιτεχνικό όραμα (Στρατής Πασχάλης).

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 μέχρι και τις ημέρες μας θα αναλάβουν δράση δύο καινούργιες γενιές: δύο γενιές που θα ασκηθούν στην πολυσυλλεκτικότητα, περιορίζοντας την παρουσία του εγώ και της άκρατης υποκειμενικότητας (Δημήτρης Αγγελής, Βασίλης Αμανατίδης, Γιάννης Αντιόχου, Νίκος Βιολάρης, Φοίβη Γιαννίση, Ευτυχία-Αλεξάνδρα Δουκίδου, Δημήτρης Ελευθεράκης, Δούκας Καπάνταης, Έλσα Κορνέτη, Κώστας Κουτσουρέλης, Θεώνη Κωτίνη, Δήμητρα Κωτούλα, Γιώργος Λίλλης, Σταμάτης Πολενάκης, Σωτήρης Σελαβής, Γιάννης Στίγκας, Μαρία Τοπάλη, Γιώργος Χαντζής, Χάρης Ψαρράς). Σε τι άραγε οφείλεται αυτή η κίνηση; Πιθανόν στο ότι πλησιάζοντας προς το τέλος του 20ου αιώνα η καθημερινότητα στις δυτικές κοινωνίες έπαψε να είναι τόσο ατομική όσο της επέτρεψαν να είναι η οικονομική ανάπτυξη και το κράτος δικαίου των δεκαετιών του 1970 και του 1980. Ενδεχομένως και στο ότι κάποιοι στην Ελλάδα άρχισαν να ψυχανεμίζονται πριν από την ώρα τους τα φαινόμενα που οδήγησαν στην κρίση (και όχι μόνο οικονομική) του 2010. 



 

ΤΟΠΟ ΣΤΑ ΝΙΑΤΑ!

Όλα τριγύρω αλλάζουνε και όλα στα ίδια μένουν... ΛΕΕΙ μια λογική ότι, «μεγαλύτερη και από τη σοφία είναι η εμπειρία». Διότι δεν πρέπει μόνο να είναι κανείς σοφός για να καταλάβει ότι με την εξουσία «παίζουν» πάντα οι ίδιοι και οι ίδιοι εραστές (κατά μια έννοια «νταβατζήδες» οι οποίοι και δεν επιτρέπουν σε άλλους να την αγγίξουν), αλλά θα πρέπει να είναι κανείς και αρκετά έμπειρος ώστε να την έχει ζήσει για χρόνια αυτήν την στενή σχέση μεταξύ των παραγόντων - εραστών και της εξουσίας... ΕΙΠΑ τις προάλλες να θυμηθώ τα παλιά και τα ρεπορτάζ της δεκαετίας του 80, πήρα το αμάξι και τον δρόμο για την Κάρλα, με μουντό καιρό και πολύ αέρα για να παρακολουθήσω τα εγκαίνια της δημιουργίας της λίμνης, σχεδόν έναν αιώνα από την αποξήρανσή της. Ιστορικό γεγονός λέω, δεν θα το χάσω, ποιός ξέρει κάποιοι άλλοι απόγονοι της δικής μας εποχής μπορεί να την ... αποξηράνουν πάλι, ψάχνοντας ίσως για λύσεις σε θέματα διατροφικών αναγκών, ή ό,τι άλλο τέλος πάντων θα έχει ανάγκη ο τόπος και εκείνη η γενιά. ΕΙΔΑ λοιπόν στην Κάρλα, τι άλλο; νερά...πολλά νερά... Τις γνωστές «μπάρες» της δεκαετίας του 90, να γίνονται ταμιευτήρες και δυο τρεις ταμιευτήρες μαζί να σχηματίζουν σήμερα μια μικρή λίμνη. Τον περιφερειάρχη να ομιλεί στο βήμα για την σπουδαιότητα του έργου, που χρειάστηκε δεκαετίες να υλοποιηθεί (και την συμβολή βεβαίως πολλών ανθρώπων της εξουσίας, της κεντρικής και της τοπικής). Είδα πλειάδα ανθρώπων της διοίκησης και της αυτοδιοίκησης, (ακόμα και της ...παραδιοίκησης) είδα σπουδαίους υπαλλήλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης που βοήθησαν στην επιτάχυνση εκταμίευσης των πόρων, να συμμετέχουν όλοι στη γιορτή, κυρίως χειροκροτώντας ή φωτογραφιζόμενοι (ανα)μεταξύ τους, για τον εμπλουτισμό του κοινωνικού βιογραφικού τους ενόψει ενδεχομένως της όποιας εκλογικής αναμέτρησης... ΜΠΡΟΣΤΑ από τους φωτογράφους, μια ομήγυρη «παραγόντων» με γύρισαν δεκαετίες πίσω. Οι ίδιοι άνθρωποι τα ίδια πρόσωπα, πιο γερασμένα πλέον από τον χρόνο, έπιαναν θέσεις απέναντι από τις κάμερες με μια μαεστρία επαγγελματική, που απέκτησαν από την πολυετή ενασχολησή τους με τα κοινά. Πάει λέω...Ή εγώ γέρασα και τους βλέπω όλους ίδιους, ή δεν υπάρχουν νέοι στον τόπο αυτό να δώσουν άλλη ζωντάνια, άλλη προοπτική σε ότι έχει σχέση με την ανάπτυξη ακόμα και με την πολιτική εκπροσώπηση. Δήμαρχοι δεκαετιών, παλιοί πρόεδροι κοινοτήτων, σύμβουλοι σιτεμένοι από τον χρόνο, πολιτικοί και διευθυντές υπηρεσιών που ξέχασαν να συνταξιοδοτηθούν, όλοι εκείνοι οι «πολιτευτές», αλλά και οι πρωτοκλασάτοι κομματάνθρωποι - «ιδιαίτεροι» όλων των χώρων, που ...σταφίδωσε τα πρόσωπά τους ο χρόνος, «γυρολόγοι των εκδηλώσεων» ιδίως των εγκαινίων (μετα φαγητού παρακαλώ), προσδοκώντας τουλάχιστον δημοσιότητα, δεν λένε ακόμα να εγκαταλείψουν, να αποτραβηχτούν παραχωρώντας τις θέσεις τους σε νέους ανθρώπους, ορεξάτους για δουλειά, πιο δυνατούς να χαράξουν το μέλλον που άλωστε τους ανήκει... ΔΕΝ είχε τελειώσει η τελετή των εγκαινίων εκεί στα παρακάρλια χωράφια και μελαγχόλησα. Πήρα τον δρόμο της επιστροφής. Άραγε τι ζητούσα και γω εκεί; Πάνε πάνω από τρεις δεκαετίες τώρα από την πρώτη σύσκεψη που είχα παρακολουθήσει τότε ως ρεπόρτερ της «Ελευθερίας» για την δημιουργία της λίμνης αλλά και την (στα χαρτιά ακόμη) εκτροπή του Αχελώου! Οι παλιοί «παράγοντες» πρέπει να κλείσουν τον κύκλο της ζωής τους στα κοινά. Κρίμα όμως, γιατί από μόνοι τους δεν το κάνουν ποτέ οι περισσότεροι. Η εξουσία είναι μια πλούσια ερωμένη, κρατά ομήρους τους «τσιμπιμένους» μαζί της. Οι μόνοι που μπορούν να βάλουν τέλος σ´αυτές τις σχέσεις είναι οι ψηφοφόροι. Κανείς άλλος...

Γράφει ο Δημοσιογράφος Χρήστος Τσαντήλας

Αναλυτικά στη σελίδα "Θέματα" >>


 




Ειδήσεις για όλους | Θέματα | Τουριστικό Ρεπορτάζ | Ιατρικά Θέματα | Παρουσίαση Βιβλίων | Επικοινωνία