Δημοτική Ενότητα Αβίας

  1. Αβία

Αβία

Η Αβία είναι παραλιακό χωριό, με όμορφη παραλία και άπλετη θέα στο Μεσσηνιακό κόλπο και απέχει 10 χλμ. από την Καλαμάτα.

Ο βασιλιάς Κρεσεφόντης μετονόμασε την περιοχή σε Αβία, από το όνομα της κόρης του Ηρακλή και τροφού του Ηρακλείδη Γληνού –Αβίας, η οποία κατέφυγε εκεί με το βρέφος Γληνό, διωκόμενη από τους Αχαιούς. Σύμφωνα με τον Παυσανία, είναι μια από τις επτά πόλεις που υποσχέθηκε ο Αγαμέμνονας ως προίκα στον Αχιλλέα. Στην ευρύτερη περιοχή της Αβίας βρέθηκαν πολύτιμα αρχαιολογικά ευρήματα, τα οποία μαρτυρούν προμυκηναϊκό πολιτισμό.

Στην Αβία, το Υπουργείο Πολιτισμού με αποφάσεις του, έχει χαρακτηρίσει ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία τα εξής: Ιερό Ναό Αγίου Χαραλάμπους, Ιερό Ναό Ευαγγελισμού, Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου, Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου και το Κτίριο παλαιού ελαιοτριβείου στο Αρχοντικό Αβίας, ιδιοκτησίας Χριστόδουλου Φραγκούλη.

Μεγάλη Μαντινεία

Είναι αμφιθεατρικά κτισμένη, με υπέροχη θέα προς το Μεσσηνιακό κόλπο.

Το 1470 ο Ενετός τοποτηρητής την κατέστησε έδρα του. Το 1479 οι Ενετοί παρέδωσαν την πόλη στους Τούρκους και το 1480 απελευθερώθηκε από τον Κλαδά. Το 17ο αιώνα γνώρισε μεγάλες καταστροφές από τους Τούρκους και η περιοχή προσωρινά ερήμωσε.

Νοτιοανατολικά της Μεγάλης Μαντίνειας, στη χαράδρα της Σάντοβας, υπάρχει το σπήλαιο «Καταφύγιο», με μικρό άνοιγμα στην είσοδό του, από την οποία περνάει μόλις ένα άτομο. Οι κάτοικοι της περιοχής το χρησιμοποιούσαν ως καταφύγιο στις πειρατικές και τούρκικες επιδρομές και εκεί, κατά τα Ορλωφικά, βρήκαν τραγικό θάνατο οι Μαντινειώτες από τους Τουρκαρβανίτες που τους ανακάλυψαν και τους έπνιξαν με αναμμένο θειάφι ή έσφαξαν όσους κατόρθωσαν να βγουν. Μεταξύ Μεγάλης Μαντίνειας και Αβίας σώζεται η μικρή εκκλησία των Αγίων Σαράντα και κοντά της διακρίνονται ερείπια αρχαίου ναού, πιθανόν της Αρτέμιδος.

Στη Μεγάλη Μαντίνεια, το Υπουργείο Πολιτισμού με αποφάσεις του, έχει χαρακτηρίσει ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία τα εξής: Κτίριο ιδιοκτησίας Δ. Ζέρβα, Κτίριο ΠΡΙΜΑ ΑΕ (πρώην Κοζομπόλη), Κρυφό Σχολειό και τον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου.

Ακρογιάλι

Αποτελεί νεότερο χωριό, στο οποίο οι δαντελωτές ακτές του σχηματίζουν πανέμορφες παραλίες, όπου ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει την καταγάλανη θάλασσα του Μεσσηνιακού κόλπου.

  1. Αλτομιρά

Τα Αλτομιρά βρίσκονται στο 12ο χιλιόμετρο του δρόμου Κάμπου-Καλαμάτας, σε ανηφορικό δρόμο προς το Ταΰγετο, αμφιθεατρικά κτισμένα σε μια βουνοπλαγιά. Σύμφωνα με τοπική παράδοση, η περιοχή οφείλει το όνομά της σε κάποιο ληστή ή φυγάδα που ονομαζόταν Αλτόμορος και είχε καταφύγει στην περιοχή. Το ορεινό έδαφος αποτελούσε καταφύγιο των κλεφτών επί Τουρκοκρατίας και ανήκε στην καπετανία και εξαρχία της Ζαρνάτας.

Τα Αλτομιρά έχουν παλιά πέτρινα σπίτια, εξαίρετα δείγματα της Μανιάτικης αρχιτεκτονικής, εκ των οποίων αρκετά έχουν αναπαλαιωθεί. Το 1999 κηρύχθηκε διατηρητέος οικισμός από το Υπουργείο Πολιτισμού.

Κεντρικός ναός του χωριού είναι ο Άγιος Αθανάσιος, κτισμένος περίπου το 1865. Στα Αλτομιρά ανήκει και το μεταβυζαντινό μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου, ενώ σημαντικό πόλο έλξης αποτελεί το λιθόστρωτο μονοπάτι Μπίλιοβο που κατασκευάστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και συνέδεε το χωριό με τα πεδινά χωριά της περιοχής.

Στα Αλτομιρά, το Υπουργείο Πολιτισμού με απόφασή του, έχει χαρακτηρίσει ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο το συγκρότημα κτιρίων φερομένης ιδιοκτησίας Δημητρίου Μαργέλη.

  1. Δολοί

Άνω και Κάτω Δόλοι

Τα δυο χωριά είναι κτισμένα αντικριστά σε ισάριθμους λόφους. Κατά το Μεσαίωνα η περιοχή των Δολών συγκέντρωνε μεγάλο πληθυσμό με απλωμένα τα χωριά σε οχυρούς λόφους και σημαντική καλλιεργήσιμη έκταση, ενώ έχουν ακόμα το πλεονέκτημα να εποπτεύουν τη θάλασσα χωρίς να φαίνονται από αυτή.

Οι Δολοί έχουν αρκετές αξιόλογες εκκλησίες. Της Αγίας Παρασκευής – μοναστηριακός με διπλό τρούλο και ωραίες τοιχογραφίες του Παναγιώτη Μπενιζέλου του 1698. Του Αγίου Βασιλείου στην κεντρική πλατεία των Κάτω Δολών, ο οποίος κατασκευάστηκε το 1776 και του οποίου το καμπαναριό επισκευάσθηκε μετά από ένα μεγάλο σεισμό που έπληξε την περιοχή. Του Αγίου Νικολάου μέσα στον Πύργο του Κετσέα, με τοιχογραφίες του 1785. Της Αγίας Τριάδος με τοιχογραφίες του 1739 και της Παναγίας με τοιχογραφίες του 18ου αιώνα. Ο μοναστηριακός ναός του Αγίου Νικήτα, στους Άνω Δολούς διαθέτει αγιογραφίες του 1752 και κατά το παρελθόν λειτουργούσε κρυφό σχολείο.

Στην περιοχή των Δολών, το Υπουργείο Πολιτισμού με αποφάσεις του, έχει χαρακτηρίσει ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία τα εξής: Ιερά Μονή Αγίας Παρασκευής, Ιερό Ναό Προφήτη Ηλία, Ιερό Ναό Ευαγγελισμού Θεοτόκου, Ιερό Ναό Κοίμησης Θεοτόκου, Ιερά Μονή Αγίου Νικήτα, Ιερό Ναό Αγίου Βασιλείου, Γεφύρι στους Κάτω Δολούς, Τμήμα του παλαιού καλντεριμιού των οικισμών Δολών – Κιτριών, Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου, Πύργο Κετσέα, το Κτιριακό συγκρότημα ιδιοκτησίας οικογένειας Κετσέα, Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου, καθώς και την Κρήνη στη θέση «Μέρνο» στους Κάτω Δολούς.

Παραθαλάσσιος οικισμός με πλούσια βλάστηση και ωραία παραλία που απέχει από την Καλαμάτα γύρω στα 15 χιλιόμετρα.

Κιτριές

Υπήρξε επίνειο της Zαρνάτας και έδρα των Mπέηδων της Mάνης, αφού πέντε από τους οκτώ μπέηδες της Mάνης χρησιμοποίησαν ανά τακτά χρονικά διαστήματα τις Kιτριές ως έδρα τους (ο Tζανέτμπεης Kουτήφαρης, ο Mιχάλμπεης Tρουπάκης, ο Παναγιώτμπεης Kουμουντουράκης, ο Aντώνμπεης Γρηγοράκης και ο Πετρόμπεης Mαυρομιχάλης). Εκεί έγινε στις 8 Mαρτίου 1821 η υπογραφή του Εθνικού Συμβολαίου, με τον Πετρόμπεη να αναλαμβάνει αρχηγός του αγώνα, μετά την απόφαση που έλαβαν οι συγκεντρωθέντες Mανιάτες οπλαρχηγοί και πρόκριτοι.

H εκκλησία των Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης ανακαινίσθηκε πρόσφατα και είναι συνδεδεμένη με γεγονότα και καταστάσεις παλαιότερων εποχών. Εκεί έγινε, κατά το 1825, η χειροτονία των τεσσάρων αντικανονικών επισκόπων της Mάνης από τον Μητροπολίτη Zαρνάτας Γαβριήλ Φραγκούλη για τις χηρεύουσες επισκοπές.

Στην περιοχή των Κιτριών, το Υπουργείο Πολιτισμού με αποφάσεις του, έχει χαρακτηρίσει ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία τα εξής: την Οικία ιδιοκτησίας Φιλάνθης Γαϊτανάρου και τον Ιερό Ναό Αγίου Κωνσταντίνου.

Στο Λιμάνι των Κιτριών, ο επισκέπτης μπορεί να δοκιμάσει υπέροχες λιχουδιές και κυρίως φρέσκο ψάρι στα παραδοσιακά ταβερνάκια.

Άξιος προσοχής ο Φάρος των Κιτριών, ο οποίος κατασκευάστηκε το 1892. Το ύψος του πύργου του είναι 11μέτρα και τo εστιακό του ύψος είναι 31μέτρα. Στην αρχή λειτουργούσε με πετρέλαιο και η φωτεινότητά του έφτανε τα 10 ναυτικά μίλια. Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο καταστράφηκε ένα μέρος του και έμεινε σβηστός μέχρι το 1945, όταν ξανά -επισκευάστηκε και εντάχθηκε και πάλι στο Ελληνικό Φαρικό Δίκτυο. Το 1953 άρχισε να λειτουργεί με ηλεκτρικό ρεύμα Ώσπου το 1999 αυτοματοποιήθηκε εντελώς και λειτουργεί, πλέον, με ηλιακή ενέργεια. Σήμερα, ακτινοβολεί κάθε δύο λεπτά με λευκή δέσμη φωτός κάθε 12» και ακτινοβολία 7 ναυτικών μιλίων.

Απέχει γύρω στα 20 χιλιόμετρα από την Καλαμάτα και για να φθάσει κάποιος εκεί, μπορεί να ακολουθήσει τη διαδρομή Καλαμάτα – Σταυροπήγιο – Δολοί ή Καλαμάτα – Kιτριές.

Καλλιανέϊκα

Το όνομα του οικισμού προήλθε από την οικογένεια Kαλιάνη, την πρώτη που εγκαταστάθηκε στην περιοχή. Mετά από πολλά χρόνια επανήλθαν, αφού είχαν μεταναστεύσει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Είναι από τους νέους οικισμούς της Mάνης και δημιουργήθηκε πιθανόν τον 19ο αιώνα.

Σημαντικά μνημεία κοσμούν το γύρω χώρο. H εκκλησία του Αγίου Νικολάου (13ος – 14ος αιώνας) που πρόσφατα συντηρήθηκε και αναστηλώθηκε από την Εφορεία Βυζαντινών Μνημείων και το ιστορικό Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία, ιδιόκτητο της οικογένειας Ρουσάκη, έχουν χαρακτηριστεί ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία, με αποφάσεις του Υπουργείου Πολιτισμού.

  1. Κάμπος

Ο Κάμπος απέχει από την Καλαμάτα 22 χιλιόμετρα και αποτελεί ένα από τα πιο γραφικά κεφαλοχώρια της Δυτικής Μάνης, σε υψόμετρο 350 – 421μ. Η περιοχή είναι καθαρά αγροτική με ατελείωτους ελαιώνες, όπου η κύρια ασχολία των κατοίκων είναι η καλλιέργεια της ελιάς και η κτηνοτροφία.

Ο Κάμπος τοποθετείται από πολλούς αρχαιολόγους στο χώρο της αρχαίας Γερηνίας και της ομηρικής Ενόπης. Θεωρείται, δηλαδή, σα διάδοχος των δύο αυτών πανάρχαιων πολισμάτων. Η Γερηνία, όπως μας πληροφορεί ο Παυσανίας – και σ´ αυτό συμφωνεί κι ο γεωγράφος Πτολεμαίος – ήταν πόλη μεσόγειος. Την ταυτίζει με την Ενόπη, την οποία ο Όμηρος αναφέρει σαν ένα από τα εφτά «ευ ναιόμενα πτολίεθρα» του Αγαμέμνωνος και διευκρινίζει ότι στις ημέρες του λεγόταν «Γερηνία».

Η Γερηνία (και Γέρηνα), σύμφωνα με τις παραδόσεις που διέσωσε ο Παυσανίας, έδωσε το όνομά της και στο θρυλικό Βασιλιά της Πύλου Νέστορα που λεγόταν και «Γερήνιος», γιατί σ´ αυτή, κατέφυγε και παρέμεινε κάμποσο καιρό ο Ηρακλής, όταν κατέλαβε την Πύλο. Και σ´ αυτή ο Νέστωρ μετέφερε τα οστά του Μαχάονος, γιου του Ασκληπιού, που σκοτώθηκε στον πόλεμο της Τροίας και τα ενταφίασε στη θέση «Ρόδον». Στην ίδια θέση υπήρχε και το «Ιερόν Άγιον», όπου είχε στηθεί και όρθιο χάλκινο άγαλμα του «Μαχάονος εστεφανωμένου» και γίνονταν «ιάματα νόσων». Ο μυκηναϊκός θολωτός – βασιλικός «τάφος του Μαχάονος» που τοποθετείται γύρω στο 1250 π.Χ., έχει βρεθεί στη θέση «Γαρμπελιά» Κάμπου και διατηρείται σε αρκετά καλή κατάσταση.

Όσο για τα ιερά του Διονύσου και της Αρτέμιδος (που επίσης αναφέρει ο Παυσανίας) τοποθετούνται βορειοανατολικά του Κάμπου, κοντά στη σωζόμενη αρχαιοπελασγική ακρόπολη, στο χωριό Κέντρο-Μπρίντα Γαϊτσών, όπου μάλιστα ο Valmin βλέπει και το πολυθρύλητο ιερό της «Λιμνάτιδος Αρτέμιδος», τοποθετώνας την αρχαία «Xοίρειο Νάπη» στη χαράδρα της «Κοσκάρακας». Σ´ αυτή τη χαράδρα, όπου και τα όρια των Κοινοτήτων Κάμπου και Σωτηριανίκων, σώζονται βυζαντινά τείχη της άλλοτε ισχυρής πόλεως «Μαρβινίτσας». Επίσης, πάνω από την «Κοσκάρακα», στο μεταίχμιο Κάμπου – Σωτηριανίκων και κάτω από τον «Κόκκινο γκρεμό», υπάρχουν το «Καταφύγι του Πόντου» και το «Καταφύγι της Πρίφτσαινας» – κι αυτά, όπως και τα τείχη της «Μαρβίνιτσας», ανήκουν στη δικαιοδοσία της Τοπικής Κοινότητας Σωτηριανίκων.

Στον Κάμπο, το Υπουργείο Πολιτισμού με αποφάσεις του, έχει χαρακτηρίσει ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία τα εξής: Εκκλησία Αγίων Θεοδώρων, Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου, Πύργο Πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, Μυκηναϊκό θολωτό τάφο, Ιερό Ναό Άη – Λιά, Ιερό Ναό Ζωοδόχου Πηγής, Ιερό Ναό Κοίμησης Θεοτόκου, Ιερό Ναό Αγίου Βασιλείου και τον Ιερό Ναό Σωτήρος.

Στον Κάμπο στεγάζονται οι αποκεντρωμένες υπηρεσίες του Δήμου Δυτικής Μάνης και το Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ), ενώ λειτουργεί Υποθηκοφυλακείο και Περιφερειακό Ιατρείο. Διαθέτει, επίσης, Δημοτικό Παιδικό Σταθμό καθώς και 6θέσιο Δημοτικό Σχολείο και Γυμνάσιο.

Στις 4 Δεκεμβρίου κάθε έτους, ημέρα εορτής της Αγίας Βαρβάρας γιορτάζει ο Κάμπος με δοξολογία που πραγματοποιείται στον Ιερό Ναό της Αγίας Βαρβάρας, στο κέντρο του Κάμπου. Μετά την τέλεση της δοξολογίας και στα πλαίσια του εορτασμού, παρουσιάζονται παραδοσιακοί χοροί απο τους τοπικούς συλλόγους (Πολιτιστικός Σύλλογος «Μαχάων», Χορευτικός Σύλλογος «Λεύκιππος») και προσφέρονται τοπικά εδέσματα.

  1. Κέντρο

Το Κέντρο (Μπίλιοβα), το Βόρειο (Μπρίντα), το Ανατολικό (Νερίντα) και η Χώρα είναι κτισμένα σε υψόμετρο 640μ., προσφέροντας υπέροχη θέα στο Φαράγγι του Ριντόμου. Ιδιαίτερα από τον Προφήτη Ηλία, το παλιό μοναστήρι που είναι κτισμένο σε τέτοιο σημείο που ελέγχει τα μονοπάτια προς το Ρίντομο και τα Πηγάδια. Στην πλαγιά που σχηματίζεται προς το φαράγγι, λειτουργούσαν παλιά αρκετοί νερόμυλοι, ερειπωμένοι σήμερα.

Στα Μπρίντα δεσπόζει το πυργοειδές καμπαναριό του Αγίου Νικολάου. Αυτόν τον τύπο καμπαναριού τον συναντάμε σχεδόν σε όλη την Έξω Μάνη. Περιμετρικά του Προφήτη Ηλία διακρίνονται τα υπολείμματα τείχους της Ύστερης Κλασικής Περιόδου, ίδιας τεχνοτροπίας με αυτά της Αρχαίας Μεσσήνης. Συνεχίζοντας το δρόμο προς τις Γαϊτσές, συναντάμε τον Βυθό ή Καλντέρα. Πρόκειται για έναν τεράστιο, κατάφυτο «κρατήρα» που δημιουργήθηκε από την πτώση της οροφής σπηλαίου.

Στην περιοχή του Κέντρου, το Υπουργείο Πολιτισμού με αποφάσεις του, έχει χαρακτηρίσει ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία τα εξής: Ιερό Ναό Ταξιάρχη, το Κτίριο ιδιοκτησίας Γ. Γιαννούκου, Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου, Ιερά Μονή Προφήτη Ηλία, το Καθολικό της Ιεράς Μονής Παναγίας Χελμού, τον Ιερό Ναό Κοίμησης Θεοτόκου, τον Ιερό Ναό Αγίου Βασιλείου και τον Πύργο, ιδιοκτησίας Βασ. Βεντήρη.

  1. Πηγάδια

Τα Πηγάδια βρίσκονται ΒΑ των Αλτομιρών και λέγεται ότι δημιουργήθηκαν από καταδιωκόμενους Ηπειρώτες επί Τουρκοκρατίας που προήρχοντο από τα Πέντε Πηγάδια.

Ο ξεροπόταμος της Σάντοβας αρχίζει από το χωριό Πηγάδια και καταλήγει σε ένα ακρογιάλι με βότσαλα, κοντά στις Κιτριές, ενώ στη διαδρομή του σχηματίζει το φαράγγι του Ριντόμου ή Κοσκάραγας. Η επικοινωνία με τα άλλα χωριά γινόταν μέσω καλντεριμιών που διατηρούνται μέχρι σήμερα και διευκολύνουν την πρόσβαση στους πεζοπόρους που διασχίζουν το φαράγγι. Ονομαστό είναι και το διπλό πέτρινο Πηγαδιώτικο γεφύρι.


Πάνω από τα Πηγάδια και μέσα στον Ταΰγετο, βρίσκονται η Κρύα Βρύση, τα Δεντρά και τα Ριζανά, τόποι καλλιέργειας και παραθερισμού.

  1. Σταυροπήγιο

Σταυροπήγιο

Μεσογειακό χωριό πνιγμένο στα ελαιοπερίβολα, κτισμένο στην πλαγιά του λόφου όπου βρίσκεται το κάστρο της Ζαρνάτας. Διαθέτει Νηπιαγωγείο.

Το Σταυροπήγιο ήταν έδρα Επισκοπής και καπεταναίοι της περιοχής ήταν οι μετέπειτα Μπέηδες της Μάνης Τζανέτμπεης Κουτήφαρης (1ος Μπέης 1776-1779) και ο Παναγιώτμπεης Κουμουντουράκης (1798-1803).

Μάλτα

Η Μάλτα είναι Μανιάτικο Πυργοχώρι, όπου υπάρχει ο ιστορικός πύργος των Κουτήφαρη-Αλούπηδων. Στην περιοχή δεσπόζει σε κοντινό λόφο ο πύργος του Μαυρίκου (1814), χαρακτηρισμένος Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού. Πρόκειται για οχυρό πυργόσπιτο που κτίσθηκε το 1814 από τον Μαυρίκο, προεστό της Μάλτας.

Μετά από ένα χιλιόμετρο απόσταση βρίσκεται η γυναικεία μονή Ανδρουμπεβίτσας, βυζαντινό κτίσμα με στοιχεία μανιάτικης αρχιτεκτονικής (χαρακτηρισμένη ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο), ενώ στο Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (χαρακτηρισμένος ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο), σώζονται μερικές σπουδαίες τοιχογραφίες του 13ου αιώνα.

Επιπλέον, το Υπουργείο Πολιτισμού, με αποφάσεις του έχει χαρακτηρίσει στην Τοπική Κοινότητα Σταυροπηγίου ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία τον Ιερό Ναό Ζωοδόχου Πηγής και τον Ιερό Ναό Αγίων Νικολάου και Ιωάννου Προδρόμου.

  1. Σωτηριάνικα

Κατά την παράδοση, το χωριό πήρε την ονομασία του από τον Σωτήρη Μενούση, τον πρώτο οικιστή του, ο οποίος καταγόταν από τα Ανώγεια της Σπάρτης.

Αρχαιολογικά ευρήματα που ανακαλύφθηκαν τυχαία το 1938, υποδηλώνουν την ύπαρξη Μυκηναϊκής κατοίκησης στα Σωτηριάνικα. Ανάμεσα σε άλλα, βρέθηκαν σε λάρνακα χρυσά κτερίσματα όπως, χρυσό δίωτο κύπελλο με ανάγλυφες παραστάσεις δέντρων, χρυσός αμφορέας, χρυσός δίσκος και χρυσό ημικυκλικό διάδημα.

Βασικότερα αξιοθέατα, ο Πύργος των Καπετανάκηδων, ο Ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου και ο Ιερός Ναός της Αγίας Κυριακής, χαρακτηρισμένοι από το Υπουργείο Πολιτισμού, ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία. Επιπλέον, το Υπουργείο Πολιτισμού, με αποφάσεις του έχει χαρακτηρίσει ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία τα εξής: Ιερό Ναό Υπαπαντής Σωτήρος, την παλαιά Γέφυρα «Κοσκάρακα», η οποία αποτελείται από μια καμάρα που εδράζεται επί φυσικού βράχου και ο τύπος κατασκευής της οποίας οδηγεί στη χρονολογική περίοδο της Τουρκοκρατίας, τη «νεώτερη» Γέφυρα «Κοσκάρακα» διότι – σύμφωνα με το Υπουργείο – αποτελεί σημαντικό τεχνικό έργο, στο οποίο συνδυάζεται η αξιόλογη τεχνική και η αρμονική ένταξη στο φυσικό περιβάλλον και τέλος, το Κτίριο του Δημοτικού Σχολείου, διότι αποτελεί δείγμα τοπικής λαϊκής αρχιτεκτονικής, άμεσα συνδεδεμένο με τις μνήμες των κατοίκων της περιοχής, λόγω της χρήσης του.

Να σημειωθεί ότι, από τα Σωτηριάνικα ξεκινά και το περίφημο λιθόστρωτο, το Μπίλιοβο που καταλήγει στα Αλτομιρά.

Δημοτική Ενότητα Λεύκτρου

Η περιοχή αναπτύσσεται από τα παράλια του Μεσσηνιακού κόλπου μέχρι τα ορεινά του Ταϋγέτου και λόγω των σημαντικών συγκριτικών πλεονεκτημάτων που διαθέτει (εξαιρετικά ιστορικά και πολιτιστικά στοιχεία, φυσικά τοπία με έντονες εναλλαγές, κ.α), κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών έχει λειτουργήσει ως πόλος έλξης επισκεπτών τόσο από την Ελλάδα όσο και από το εξωτερικό.

  1. Καρδαμύλη

Καρδαμύλη

Η Καρδαμύλη, έδρα του Δήμου Δυτικής Μάνης, είναι ένα παραθαλάσσιο χωριό, το οποίο απέχει 38χλμ. ΝΑ της Καλαμάτας. Έχει χαρακτηριστεί από το Υπουργείο Πολιτισμού ως τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους γιατί αποτελεί ένα αξιόλογο φυσικό τοπίο με πλούσια βλάστηση μέσα στο οποίο εντάσσονται χαρακτηριστικά δείγματα της εξέλιξης της μανιάτικης κατοικίας και ως ιστορικό τοπίο, λόγω της σημασίας που έχει για την ιστορία της αρχιτεκτονικής και γενικότερα για την ελληνική ιστορία, επειδή η γη της, κατοικούμενη από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι σήμερα, είναι πλούσια σε μνημεία όλων των εποχών και η ιστορία της πλούσια σε γεγονότα. Λίγα μόλις μέτρα χωρίζουν την παλιά πόλη από τη νεότερη.

Το όνομα «Καρδαμύλη» αναφέρεται για πρώτη φορά στα χρόνια του Ομήρου και αναφέρεται στον Όμηρο ως πρώτη από τις «επτά ευνομούμενες και καλώς κατοικούμενες πόλεις» που ο Αγαμέμνονας θα έδινε προίκα στον Αχιλλέα αν νυμφευόταν μια από τις κόρες του. Αργότερα ονομάστηκε «Σκαρδαμούλα», ενώ τα τελευταία χρόνια επικράτησε πάλι το αρχαίο όνομα.

Στην Καρδαμύλη, κατέφυγαν πρόσφυγες από το Μυστρά, μετά την καταστροφή του το 1460 (οι οποίοι κατέφυγαν σε σπηλιές εξού και το όνομα Τρουπάκηδες), ενώ σε αυτήν ο Κολοκοτρώνης μαζί με άλλους Μανιάτες οπλαρχηγούς, σχεδίασαν την επανάσταση του 1821.

Κάτω από το μεσαιωνικό κάστρο του 12ου αιώνα και κοντά στην επάνω Καρδαμύλη, βρίσκονται οι Ελληνιστικοί θαλαμοειδείς τάφοι «Διοσκούρων», χαρακτηρισμένοι ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο, με απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού.

Εξαιρετικά αξιόλογο είναι το οχυρό συγκρότημα των Τρουπάκηδων – Μούρτζινων, το οποίο δωρήθηκε το 1967 στο Ελληνικό Δημόσιο από τις ιδιοκτήτριές του Μαρία και Ελένη Μπουκουβαλέα, κληρονόμους των Μούρτζινων, προκειμένου να στεγάσει Κλασικό, Βυζαντινό και Λαογραφικό Μουσείο. Το 1994 κηρύχθηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο. Το 2000 ξεκίνησε η διαδικασία παραχώρησης στο ΥΠΠΟ της κατοχής, χρήσης και διαχείρισης του συγκροτήματος. Το χρονικό διάστημα 1999 – 2004 ολοκληρώθηκε η αποκατάσταση τμήματός του που περιλαμβάνει την τριώροφη οχυρωμένη κατοικία και τα προσκτίσματά της και η μετατροπή του σε Μουσείο.

Το Υπουργείο Πολιτισμού, έχει χαρακτηρίσει – με αποφάσεις του – ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία, τα εξής: Βάρδια (Παρατηρητήριο) Δημητρέων, Ναό Αγίου Ιωάννη, Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου και Οχυρό Συγκρότημα, Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως Σωτήρος, Ιερό Ναό Αγίας Σοφίας, Ιερό Ναό Αγίου Σπυρίδωνος, Καμάρα – Δεκούλου, Ιερό Ναό Αγίων Θεοδώρων, Αρχαία Λατομεία, Οικία Πατριαρχέα (Καταραχέα), Ναό Αγίου Δημητρίου, Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου (σημερινός ενοριακός), Πυργόσπιτο Κωστοπούλου, Πυργόσπιτο Λυμπερέα, Πυργόσπιτο Πατριαρχέα, Πυργόσπιτο Φουντέα, Αρχαία Ακρόπολη, Πυργόσπιτο Πετρέα, Κοιμητηριακό Ναό Αγίων Θεοδώρων, Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου, Ιερά Μονή Φανερωμένης, Ιερά Μονή Καράβελη ή Στριτιτσίου.

Στην περιοχή λειτουργεί Νηπιαγωγείο, Γυμνάσιο και Λύκειο. Διαθέτει, επίσης, Κέντρο Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ), Αστυνομικό Τμήμα και Περιφερειακό Ιατρείο. Οι πανέμορφες παραλίες της, τα ξενοδοχεία και τα ενοικιαζόμενα δωμάτιά της, καθώς και οι ταβέρνες της με τα εκλεκτά και παραδοσιακά Μανιάτικα προϊόντα, αποτελούν αιτίες προσέλκυσης επισκεπτών από ολόκληρο τον πλανήτη.

Άγιος Νικόλαος

Ο Άγιος Νικόλαος ή Σελίνιτσα είναι ένα γραφικό λιμανάκι της έξω Μάνης 3 χλμ. από τη Στούπα, το οποίο σήμερα λειτουργεί ως ιχθυόσκαλα και αραξοβόλι για ψαροκάικα και ψαρόβαρκες. Το όνομα Σελίνιτσα προέρχεται από τη μικρή Σελήνη ή μικρή Ελένη, σύμφωνα με το: «Σελινίτσα, στ’ άκουσμα σου ριγ’ η Σελήνη, καθώς ο Πάρις θωπεύει την Ελένη».

Το Υπουργείο Πολιτισμού, έχει χαρακτηρίσει ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο το κτίριο ιδιοκτησίας Χρήστου Σκαλκέα, ένα σημαντικό μνημείο για τη μελέτη της ιστορίας της αρχιτεκτονικής του χώρου. Αξιόλογες οι εκκλησίες του Αγίου Μύρωνα και του Αγίου Νικολάου, απ’ όπου πήρε το όνομά του το χωριό, ενώ είναι ξακουστές και μοναδικές οι ψαροταβέρνες του.


Διαθέτει Νηπιαγωγείο, Λιμενικό Σταθμό και Κέντρο Υγείας.

Άγιος Δημήτριος

  1. Άγιος Νίκωνας

Είναι το τελευταίο χωριό της Δυτικής Μάνης, στο δρόμο Καλαμάτας – Αρεόπολης. Μετονομάστηκε από Πολιάνα σε Άγιο Νίκωνα το 1929, προς τιμή του Οσίου Νίκωνα του Μετανοείτε, ο οποίος έζησε στο χωριό και έδρασε κατά το β’ μισό του 10ου αιώνα. Ο Όσιος περιόδεψε σε όλη τη Μάνη για να ενισχύσει και να δυναμώσει το Χριστιανισμό (980-998), προσηλύτισε τους Μηλιγγούς του Ταϋγέτου και σύμφωνα με την παράδοση έζησε σε μια σπηλιά ανατολικά του χωριού.

  1. Εξωχώρι

Είναι η πρώην κοινότητα Ανδρουβίστης που μετονομάστηκε το 1932 και βρίσκεται στη ΒΔ πλευρά του Ταϋγέτου σε υψόμετρο 500 μέτρων και σε απόσταση 8 χλμ. από την Καρδαμύλη. Σαν Ανδρούβιστα αναφέρεται για πρώτη φορά το 1278 σε έγγραφο Ενετικού δικαστηρίου, εμφανίζεται στον «Ορισμόν» του Δεσπότη του Μυστρά Θεόδωρου Β’ Παλαιολόγου που συντάχθηκε το 1440, αλλά και στην κατάσταση που δόθηκε από τον Πέτρο Μέδικο το 1465 με τους ενόπλους που διέθεταν τα χωριά, για τυχόν επαναστατικό κίνημα.

  1. Θαλάμες

Ορεινό παραδοσιακό χωριό της έξω Μάνης, 58 χλμ. από την Καλαμάτα, κτισμένο σε υψόμετρο 446μ., στη θέση που ήταν η ομώνυμη προϊστορική πόλη. Αποτελεί την πατρίδα του πρώτου Μπέη της Μάνης (1776-1779) Τζαννέτου Κουτήφαρη.

Σε απόσταση 20 χλμ. βόρεια του Οιτύλου βρισκόταν η αρχαία πολιτεία Θαλάμαι (Κουτήφαρι). Ήταν μια από τις πόλεις του «Κοινού των Ελευθερολακώνων» και βρισκόταν στην περιοχή του σημερινού χωριού Θαλάμαι που κατά το Στράβωνα ονομαζόντουσαν «Βοιωτοί». Στην κλασσική εποχή είχε 7.500 κατοίκους. Εκεί στο δρόμο από το Οίτυλο προς τις Θαλάμες βρισκόταν το ιερό Μαντείο της θεάς των ναυτιλομένων της Ινούς. Οι χρησμοί του μαντείου που ζητούσαν οι περαστικοί και οι καταφεύγοντες σε αυτό για να λύσουν τα προβλήματά τους, δίνονται από τη θεά στον ύπνο τους με τη μορφή ονείρου, την ώρα που κοιμόντουσαν μέσα στο Ναό. Το Μαντείο είχε γίνει πανελλήνια γνωστό και μία φορά το χρόνο καταφεύγανε σ” αυτό και οι «παντοδύναμο» Έφοροι της Σπάρτης. Έξω από το Ναό της Ινούς ήταν δύο χάλκινα αγάλματα, ένα της Πασιφάης (Σελήνης) και το άλλο του Ήλιου. Μέσα στο Ναό βρισκόταν και άλλο άγαλμα καλυμμένο από αφιερώματα και στεφάνια. Κοντά στο Ιερό ήταν η Ιερή πηγή από όπου ανάβλυζε γλυκό νερό. Η πόλη κάλυπτε μεγάλη περιοχή και στη θέση που σήμερα βρίσκεται το χωριό Νομιτσή, βρισκόταν τότε η Νομική και τα Δικαστήρια της εποχής. Μερικοί, όμως, αμφιβάλουν για την τοποθεσία των Θαλαμών στο Κουτήφαρι και την τοποθετούν στη θέση «Παλιόχωρα» λίγο έξω από το χωριό. Στις Θαλάμες, λένε, ότι κατοίκησε και ο Τυνδάρεω πατέρας της ωραίας Ελένης και των Διόσκουρων, Κάστορα και Πολυδεύκη. Στην περιοχή έχουν βρεθεί επιγραφές που αναφέρουν ότι οι κάτοικοι των Θαλαμών θεωρούσαν προστάτες τους, τους αυτοκράτορες της Ρώμης Μάρκο Αυρήλιο, Αντώνιο και Ανδριανό.

Το Υπουργείο Πολιτισμού, έχει χαρακτηρίσει ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία τα εξής: Ιερό Ναό Αγίου Βασιλείου, Ιερό Ναό Αγίων Πέτρου και Παύλου, Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου, Ιερό Ναό Αγίου Κωνσταντίνου, Ιερό Ναό Προφήτη Ηλία, την Πυργοκατοικία ιδιοκτησίας Φ. Πυρένη, τον Πύργο Δερεζέα, την Οικία Ι. Μελέα γιατί με την ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική της μορφολογία (τυπική μανιάτικη κατοικία, οικονομικά και κοινωνικά αυτόνομη και αμυντικά απρόσβλητη) αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα πυργόσπιτου του ιδιόμορφου μανιάτικου χώρου, σημαντικό τόσο για την Ιστορία της Αρχιτεκτονικής, όσο και για την κοινωνικοοικονομική ιστορία της Μάνης, το κτίριο του παλαιού Δημοτικού Σχολείου διότι αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα σχολικού κτίσματος του μεσοπολέμου και την Κρήνη με την ονομασία «Εβραϊκό Πηγάδι».

  1. Καρυοβούνι

Το αποκαλούν «Αράχωβα» της Δυτικής Μάνης. Είναι ένα από τα ορεινά χωριά και βρίσκεται 55χλμ. νότια της Καλαμάτας και 10 χλμ. ανατολικά της Στούπας, ενώ είναι αμφιθεατρικά κτισμένο ανάμεσα σε δυο πλαγιές που σχηματίζουν ρέμα, σε υψόμετρο 500 μέτρων. Το Υπουργείο Πολιτισμού έχει χαρακτηρίσει ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία τον Ιερό Ναό Γενεσίου Θεοτόκου που χρονολογείται στα ύστερα μεταβυζαντινά χρόνια και τον Πύργο ιδιοκτησίας Γ. Γουδέλη που χρονολογείται στον 18ο αιώνα και αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα τοπικής αρχιτεκτονικής, σημαντικό για την εξέλιξη της αρχιτεκτονικής στο συγκεκριμένο χώρο. Ο ποιητής Νικήτας Νηφάκος (1748-1818) στα στιχουργήματά του για τα χωριά της Μάνης γράφει για το Καρυοβούνι: «Να έλθω στην Αράχωβα την πολυξακουσμένη που μες στο στενολάγκαδο ευρίσκεται κτισμένη».

  1. Καστανέα

Η Καστανέα ή Καστάνια, αποτελεί ορεινό γραφικό χωριό της Δυτικής Μάνης, το οποίο βρίσκεται 50χλμ ΝΑ της Καλαμάτας. Είναι κτισμένο σε υψόμετρο 560 μέτρων, κάτω από την κορυφή Μαυροβούνα του Ταϋγέτου.

Η Καστάνια αποτελεί έναν από τους παλαιότερους οικισμούς της Μάνης. Φυσικός οχυρός τόπος, χτισμένος στην πλαγιά ανάμεσα σε τρία βουνά έδινε στους – κατά καιρούς – κατοίκους της, τη δυνατότητα διαφυγής προς τον ορεινό όγκο του Ταϋγέτου, όταν απειλούνταν από οποιοδήποτε εχθρό. Γι” αυτό οι δρόμοι πρόσβασης στην Καστάνια ήταν λίγοι και στενοί. Το 1481 ο ήρωας Κλαδάς διέφυγε στα βουνά της Καστάνιας από την πολιορκία των Τούρκων και μέσω του Πόρτο-Κάγιο έφθασε στην Ιταλία.

Σώζεται το πενταώροφο πυργοσυγκρότημα του καπετάν Κ. Ντουράκη ή Δουράκη (χαρακτηρισμένο Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο) όπου βρήκε άσυλο και διέμεινε ο Θ. Κολοκοτρώνης, στο περίφημο διωγμό των κλεφτών του 1803. Από την Καστάνια διέφυγε το 1806 προς την Ελαφόνησο, συνοδευόμενος από το Β. Βενετσανάκη και τη μητέρα του Τζανετάκη Γρηγοράκη.

Το Υπουργείο Πολιτισμού, με υπουργικές αποφάσεις έχει χαρακτηρίσει ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία, τα εξής: Ιερό Ναό Αγίου Ιωάννου, Ιερό Ναό Φανερωμένης, Ιερό Ναό Αγίου Μάμα, Ιερό Ναό Κοίμησης Θεοτόκου, Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου του λεγόμενου Τρικάμπανου, Ιερό Ναό Αγίου Προκοπίου, Ιερό Ναό Αγίου Σπυρίδωνος, Ιερό Ναό Αϊ Νικολάκη, Ιερό Ναό Παναγίας, Ιερό Ναό Παντάνασσας, Ιερό Ναό Αγίου Πέτρου, Ιερό Ναό Αη-Στρατήγου και τον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου «στης Μαρούλαινας»

  1. Λαγκάδα

Αμφιθεατρικά κτισμένη στις πλαγιές ενός λόφου με εκπληκτική θέα, ανάμεσα στα δύο μεγάλα λαγκάδια Εμπλουτσού και Βαθύ Λαγκάδι, στο οποίο οφείλει το όνομά της. Ήταν εμπορικός οικισμός και στην αρχαιότητα υπήρξε πέρασμα της οδού που οδηγούσε από τη Σπάρτη στα Μεσσηνιακά παράλια και ήταν ενσωματωμένη στην επικράτεια των Θαλαμών. Το 1336 παραχωρήθηκε ως φέουδο στο Ν. Ατζαγιόλι και το 1503 κυριάρχησε η οικογένεια Βούλτσου. Η Λαγκάδα είναι ένα γνήσιο χωριό αρχιτεκτονικής αισθητικής, με πυργόσπιτα και σπίτια με κεραμιδένιες στέγες και έχει χαρακτηριστεί ως Παραδοσιακός Οικισμός. Σώζονται αρκετοί πύργοι, οι οποίοι έχουν χαρακτηριστεί ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία απο το Υπουργείο Πολιτισμού, όπως ο Πύργος Καπιτσίνου, ο Πύργος ιδιοκτησίας Ελένης Οικονομέα και ο Πύργος «Γουλά» Μιχαλιτσιάνων, ένας στρογγυλός πύργος, κτίσμα της όψιμης Τουρκοκρατίας που αποτελεί σημαντικό στοιχείο της οργάνωσης του οικιστικού ιστού της Λαγκάδας, όπως αυτός διαμορφώθηκε στα προεπαναστατικά χρόνια, όπου κυριαρχούσαν οι οικογένειες των Μιχαλιτσιάνων και των Αλεξιάνων. Επιπλέον, ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία έχουν χαρακτηριστεί η η τριώροφη κατοικία του Κισκήρα -ένα αξιόλογο λιθόκτιστο συγκρότημα (2 κτίσματα) μνημειακού χαρακτήρα σε προνομιακή θέση στον οικισμό, έργο επώνυμου καλλιτέχνη, στο οποίο αναμειγνύονται αρμονικά οι παραδοσιακές μορφές και τεχνικές με τους επηρεασμούς από τη Δύση – καθώς και πολλοί Ιεροί Ναοί και Μονές, όπως ο Ιερός Ναός Προφήτη Ηλία, Ιερός Ναός Παναγίας Φανερωμένης, Ιερά Μονή Καβελλάρη, Ιερά Μονή Προφήτη Ηλία, Ιερός Ναός Αγίας Παρασκευής, Ιερός Ναός Αγίου Στρατήγου, Ιερός Ναός Εισοδίων Θεοτόκου, Ιερός Ναός Αγίων Πάντων, Ιερός Ναός Κοίμησης Θεοτόκου, Ιερός Ναός Αγίας Σοφίας και ο Ιερός Ναός Μεταμορφώσεως Σωτήρο.ς Από τη Λαγκάδα ήταν ο ζωγράφος Αναγνώστης, ο οποίος μαζί με το Νικόλαο από το Νομιτσή, αγιογράφησαν το 1750 την εκκλησία του Αγίου Ιωάννη στο Σκουτάρι, αλλά και άλλες.

  1. Μηλέα

Βρίσκονται στη δυτική πλευρά της οροσειράς του Ταϋγέτου σε υψόμετρο 550 μέτρων και μεταξύ βουνών, στην κορυφή των οποίων και ακριβώς πάνω από το χωριό, είναι κτισμένη σε ένα μικρό οροπέδιο, σε υψόμετρο 1000 μ. η Μονή της «Παναγίας της Γιάτρισσας». Το πότε ακριβώς χτίστηκε, είναι άγνωστο. Κατά την παράδοση, στους αρχαίους χρόνους στην τοποθεσία αυτή, υπήρχε ναός της θεάς Αθηνάς διακονούμενος από πολλούς ιερείς. Ένας από αυτούς, ο Βρασίδας, το 382 μ.Χ. επισκέφθηκε την εκχριστιανισθείσα – εν τω μεταξύ – Πάτρα, όπου κατηχήθηκε στον Χριστιανισμό και μετονομάστηκε Βιτάλιος. Όταν επέστρεψε, μύησε και τους άλλους ιερείς στον χριστιανισμό και από κοινού, κήρυξαν στα γύρω χωριά τη Χριστιανική θρησκεία, αφιέρωσαν δε τον ναό στη Γένεση της Παναγίας που γιορτάζεται στις 8 του Σεπτέμβρη. Τα Φαγκριάνικα αποτελούσαν το μέσον μιας εκ των διαδρομών της Αρχαίας Σπάρτης προς τα Μεσσηνιακά παράλια και ήταν βασικός σταθμός ανάπαυλας της διήμερης πορείας που ακολουθούσαν οι ταξιδιώτες. Τα Φαγκριάνικα μέχρι το 1937, ως Κοινότητα του τέως Δήμου Λεύκτρου, ανήκαν στο Νομό Λακωνίας. Έκτοτε οι τρεις τέως Δήμοι Λεύκτρου, Καρδαμύλης και Αβίας μεταφέρθηκαν, διοικητικώς, στο Νομό Μεσσηνίας (Α.Ν. 1026/24-12-1937). Εκκλησιαστικώς, όμως, εξακολουθεί να υπάγεται στην Ιερά Μητρόπολη Γυθείου και Οιτύλου. Τα Φαγκριάνικα γεωγραφικά αποτελούν περιοχή της Έξω Μάνης, η οποία αρχίζει από το Οίτυλο και φθάνει μέχρι τη Βέργα του Αλμυρού (2 χλμ. πριν από την Καλαμάτα). Το διαχωριστικό αυτό καθορισμό αναφέρει ο ποιητής Νικήτας Νηφάκης στην έμμετρη ιστορία του για τη Μάνη:

«Το μέρος τ’ ανατολικό λέγεται Κάτω Μάνη τα άλλα δύο τα δυτικά Έξω και Μέσα Μάνη». Το Υπουργείο Πολιτισμού έχει χαρακτηρίσει ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία τα εξής: Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου, Ιερό Ναό Αγίου Ιωάννου, Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου, Ιερό Ναό Μεταμόρφωσης Σωτήρος, Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου, Ιερό Ναό Ζωοδόχου Πηγής, Ιερό Ναό Αγίου Ιωάννου, Ιερό Ναό Κοίμησης Θεοτόκου, Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου, Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου και τον Ιερό Ναό Αϊ Στρατηγού.

  1. Νεοχώρι

Νεοχώρι

Το Νεοχώριο δημιουργήθηκε στο τέλος του 17ου αιώνα (1680 περίπου), όταν η Βενετσιάνικη διοίκηση της περιοχής θέλησε να εποικήσει το χώρο, μεταφέροντος κατοίκους από τα νότια χωριά της καπετανίας του Ζυγού για να καλύψει το πληθυσμιακό κενό. Εποικίστηκε βασικά από κατοίκους του Νομιτσή, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν και κατασκεύασαν σπίτια από υλικά που λήφθηκαν από την κατεδαφισμένη ακρόπολη του κάστρου του Λεύκτρου. Την επόμενη δεκαετία προσήλθαν και λίγοι έποικοι από τη Μηλέα που εγκαταστάθηκαν και έδεσαν με την περιοχή.

Η αρχαία ονομασία της περιοχής ήταν Λεύκτρα, που προέρχεται από το γιο του Περιήρη, Λεύκιππο, ενώ ο Παυσανίας αναφέρει «Πέφνου δε στάδια είκοσιν απέχει Λεύκτρα».

Από ανασκαφές στην περιοχή ανακαλύφθηκαν διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα, τα περισσότερα από τα οποία φυλάσσονται στο Μουσείο της Καλαμάτας.

Από το Υπουργείο Πολιτισμού έχουν χαρακτηριστεί ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία τα εξής: Ιερός Ναός Υπαπαντής Σωτήρος, Ιερός Ναός Εισοδίων Θεοτόκου, Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου, Ιερός Ναός Αγίου Βασιλείου, Ιερός Ναός Αγίου Παντελεήμονος, Ιερός Ναός Εισοδίων Θεοτόκου, Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου, Ιερός Ναός Αγίας Τριάδος, τον Ιερό Ναό Κοίμησης Θεοτόκου, καθώς και το Κτίριο ιδιοκτησίας Κωνσταντίνου Λειβαδά, αξιόλογο δείγμα Μανιάτικου κτίσματος, σημαντικό για την μελέτη της ιστορίας της Αρχιτεκτονικής.

Στούπα

Απέχει 45 χλμ. από την Καλαμάτα, βρίσκεται μετά την Καρδαμύλη, με ακρογιάλι και τη γνωστή αμμουδιά της Καλόγριας πλάι της. Έχει αναδειχθεί τα τελευταία χρόνια σε σπουδαίο τουριστικό θέρετρο. Πήρε το όνομα Στούπα από το γεγονός ότι τα γειτονικά χωριά Πύργος, Νιοχώρι, Σαϊδόνα κ.ά. καθώς και οι κάτοικοι του χωριού Λεύκτρου τα παλαιότερα χρόνια ξεβρόχιαζαν τα δεμάτια του λιναριού (Στουπιά) μέσα στις θαλασσινές λακκούβες που αφθονούν στην παραλία του χωριού, για να προχωρήσουν στις παραπέρα επεξεργασίες, γνωστές στο λαό σαν «του λιναριού τα βάσανα». Το χωριό είναι σχετικά νέο. Η θέση, όμως, είναι γνωστή εδώ και πολλά χρόνια και με το όνομα «Ποταμός» και ονομαζόταν έτσι από το μεγάλο ποτάμι Δράκο ή Δρακολάγκαδο που ξεσπάει με τις χειμωνιάτικες κακοκαιρίες τρέχοντας με ορμή προς τη θάλασσα της Στούπας ενώ με τον καλό καιρό ρέει υπογείως, καθώς και από δύο μικρά ποταμάκια, που τρέχουν συνεχώς, της Αγίας Παρασκευής και της Λυγιάς και όλα αυλακώνουν την αμμουδιά του χωριού, χαρίζοντας στο τοπίο μια ακόμη γραφικότητα. Ένας ψηλός βράχος κατάλληλος για βουτιές είναι γνωστός με το όνομα Στούπα και ένα σύνολο υφάλων και σκοπέλων είναι γνωστό σαν «του Ποταμού οι ξέρες». Οι ακρογιαλιές, κάθε μια με την ιδιαίτερη ονομασία της, όπως Καλόγρια, Αυλοί, Στούπα, Χαλικούρα κ.λπ. ανέκαθεν πολυσύχναστες ιδιαίτερα το καλοκαίρι από τους κατοίκους των γειτονικών χωριών, που κατέβαιναν να πάρουν πόσιμο νερό, να πλύνουν, να βράσουν, να γλυκάνουν και να λιάσουν τα λούπινα, να ψαρέψουν και γενικά να ψυχαγωγηθούν.

Ανάμεσα στη Στούπα και στο νέο Προάστιο, στην Πραστοβά, στα μέσα της δεύτερης δεκαετίας του 1900, ο Νίκος Καζαντζάκης με το Γιώργο Ζορμπά, έστησαν το λιγνιτωρυχείο και το σκηνικό του βιβλίου που έγραψε ο μεγάλος Έλληνας λογοτέχνης με πρωταγωνιστή τον «αθάνατο Έλληνα» με τις υπαρξιακές ανησυχίες, ο οποίος στο έργο πήρε το όνομα «Αλέξης». Ο Καζαντζάκης έζησε στο μαγευτικό ακρογιάλι της Καλόγριας, την περίοδο 1917-1918. Στο νότιο ακρωτήριο του κόλπου υπάρχει η σπηλιά του Καζαντζάκη, όπου έγραψε το έργο του, ενώ στο βόρειο τμήμα του κόλπου το σπιτάκι που έμενε. Επάνω από το κόλπο στην άκρη του δρόμου δεσπόζει η προτομή του, ενώ πριν από την είσοδο για το χωριό και αριστερά του κεντρικού δρόμου βρίσκεται το εγκαταλελειμμένο ορυχείο της Πραστοβάς. Ο Γιώργος Ζορμπάς ήταν γιος του Ξενοφώντα και γεννήθηκε το 1857 στο Καταφύγι Κοζάνης και πέθανε το 1941 στα Σκόπια, όπου βρίσκεται ο τάφος του. Το ορυχείο της Πραστοβάς έκλεισε το καλοκαίρι του 1918. Ο τελευταίος δεσμός του Καζαντζάκη με τη Μάνη, ήταν ο αείμνηστος Γεώργιος Εξαρχουλέας και ήταν αναδεξιμιός του Ζορμπά.

Σήμερα στη Στούπα θα πρέπει ο επισκέπτης να εξασφαλίσει από νωρίς υπνοδωμάτιο για τις καλοκαιρινές του διακοπές, ενώ είναι γεμάτη από ψαροταβέρνες και ταβέρνες, όπου μπορεί κανείς να απολαύσει θαυμάσιες ελληνικές συνταγές.

Διαθέτει Νηπιαγωγείο και 12θέσιο Δημοτικό Σχολείο.

  1. Νομιτσής

Βρίσκεται σε απόσταση 57 χλμ από την Καλαμάτα και είναι κτισμένος αμφιθεατρικά στους πρόποδες του λόφου του Γαϊδουροβουνιού. Σημαντική προσωπικότητα του χωριού υπήρξε ο Υπουργός και Βουλευτής Γιάννης Ψαρρέας, Υφυπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας σε διάφορες περιόδους από το 1956 έως το 1963.

Το Υπουργείο Πολιτισμού έχει χαρακτηρίσει ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία, πλήθος Ιερών Ναών, όπως, ο Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου, Ιερός Ναός Κοίμησης Θεοτόκου, Ιερός Ναός Αγίων Θεοδώρων, Ιερός Ναός Αγίου Δημητρίου, Ιερός Ναός Αγίου Βασιλείου, Ιερός Ναός Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, Ιερός Ναός Αγίου Παντελεήμονος, Ιερός Ναός Μεταμορφώσεως Σωτήρος, Ιερός Ναός Αγίων Αναργύρων, Ιερός Ναός Αη – Στρατήγου, Ιερός Ναός Υπαπαντής, Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου, Ιερός Ναός Προφήτη Ηλία, Ιερός Ναός Αγίου Δημητρίου, Ιερός Ναός Αγίου Ιωάννου, Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου, Ιερός Ναός Αγίου Σπυρίδωνος, Ιερός Ναός Αγίου Τρύφωνος, Ιερός Ναός Αγίων Αναργύρων, Ιερός Ναός Γενεσίου Θεοτόκου, Ιερός Ναός Παναγίτσας, Ιερός Ναός Μεταμόρφωσης ή Ανάληψης του Σωτήρος, Ιερός Ναός Ζωοδόχου Πηγής, καθώς και το Παλαιό Σχολείο διότι με τη λειτουργία του παλαιότερα ως Σχολείου είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένο με τις μνήμες των κατοίκων της περιοχής, αλλά και το Κτίριο Συγκροτήματος ιδιοκτησίας Σκανδάλη Πιέρρου, διότι αποτελεί – με τη λιτότητα των όψεων και τη γενικότερη οργάνωση των χώρων του – μοναδικό κτίσμα, απαραίτητο για την μελέτη της εξέλιξης της αρχιτεκτονικής στην περιοχή.

  1. Πλάτσα

Η Πλάτσα είναι ημιορεινό χωριό κτισμένο σε υψόμετρο 370μ. Παρουσιάζει ενδιαφέρον ως χαρακτηριστικός παραδοσιακός οικισμός της Δυτικής Μάνης με πολλούς οχυρούς πύργους σε συνδυασμό με το φυσικό της περιβάλλον.

Η Πλάτσα υπήρξε πρωτεύουσα του τέως Δήμου Λεύκτρου και μεγάλο εμπορικό και κοινωνικό κέντρο της τότε εποχής. Πριν από αρκετά χρόνια, έγινε προσπάθεια αλλαγής του ονόματός της σε Καλλιθέα, λόγω της ασύγκριτης θέας που έχει, αλλά δεν καρποφόρησε. Διαθέτει πανέμορφη πολεοδόμηση και εσωτερικούς πέτρινους (καλντερίμια) δρόμους που θέλουν, όμως, συντήρηση. Στην ακμή της, λειτουργούσαν τέσσερα ελαιοτριβεία, πολλοί νερόμυλοι και αρκετά κεραμιδοκάμινα.

Πλάτσα σημαίνει πλάτωμα ή ανοικτή πλατεία και στην αρχαιότητα ήταν ο ορεινός χώρος της αρχαίας Πέφνου, ενώ η παράλια Πέφνος ήταν ο Άγιος Δημήτρης. Οι πανέμορφες εκκλησίες της υποδηλώνουν τη σπουδαιότητα της περιοχής κατά τους Βυζαντινούς και Μεταβυζαντινούς χρόνους. Στην Πλάτσα υπάρχουν αρκετοί ναοί βυζαντινών και μεταβυζαντινών χρόνων, χαρακτηρισμένοι ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία απο το Υπουργείο Πολιτισμού: ο Ιερός Ναός Αγίων Πάντων, Ιερός Ναός Αγίου Αντωνίου, Ιερός Ναός Υπαπαντής Σωτήρος, Ιερός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου, Ιερός Ναός Μεταμορφώσεως Σωτήρος, Ιερός Ναός Προφήτη Ηλία, Ιερός Ναός Παναγίας Γιάτρισσας, Ιερός Ναός Αγίας Παρασκευής, Ιερός Ναός Αγίου Ιωάννου, Ιερός Ναός Αγίου Δημητρίου, Ιερός Ναός Εισοδίων Θεοτόκου, Ιερός Ναός Ταξιαρχών, Ιερός Ναός Αγίας Μαρίνας, Ιερός Ναός Αγίου Νίκωνος, Ιερός Ναός Αγίων Θεοδώρων, Ιερός Ναός Αγίας Τριάδας και ο Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου Καμινάρη.

Στην κεντρική πλατεία, υπάρχει πολυώροφο πέτρινο σπίτι, το παλαιό Δημαρχείο, δώρο των κατοίκων στο Δήμαρχο Χρηστέα, παππού του Ακαδημαϊκού Γρηγόρη Σκαλκέα, στον οποίο και ανήκει. Το κτίριο, έχει χαρακτηριστεί Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο και ως έργο τέχνης, γιατί αποτελεί αντιπροσωπευτικό και αξιόλογο δείγμα Μανιάτικου σπιτιού, κτισμένο στα τέλη του 19ου αιώνα. Το τριώροφο αυτό κτίριο, το οποίο κατέχει κεντροβαρική θέση στον Πολεοδομικό ιστό του χωριού, συνδυάζει την παλιά Μανιάτικη μορφολόγηση με τις νεώτερες απόψεις, ενώ οι εξώστες του σπιτιού συμμετρικά τοποθετημένοι ως προς το κατακόρυφο άξονα ελαφρύνουν την κατασκευή. Στην Πλάτσα λειτουργεί Περιφερειακό Ιατρείο.



  1. Προάστιο

Βρίσκεται σε υψόμετρο 230μέτρων, μετά την Καρδαμύλη, ανατολικά και αριστερά του δρόμου, ενώ απέχει 43 χλμ. από την Καλαμάτα.

Το Προάστιο είναι από τους παλαιότερους και σημαντικότερους οικισμούς της περιοχής. Από το 15ο αιώνα παραχωρήθηκαν εκτάσεις του Προαστίου στους Παλαιολόγους και στους Μελισσηνούς. Πολλοί από τη γνωστή οικογένεια των Μελισσηνών, μετανάστευσαν στη Ζάκυνθο και άρχισε η κυριαρχία της γενιάς του Πούργαλη. Το 1618 αναφερόταν ως Χώρα Προαστίου και αριθμούσε 100 οικογένειες. Το Προάστιο, λόγω των οχυρών θέσεών του, γνώρισε μεγάλες καταστροφές από τους Τούρκους που το έκαψαν το 1615 και το 1670, ενώ το 1675 μετανάστευσαν 340 κάτοικοι στο Τάραντα της Ν. Ιταλίας. Το 1743 ήταν έδρα Επισκοπής και είναι πλημμυρισμένο από Βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες, μοναστηριακές, ενοριακές και οικογενειακές που απηχούν την παλαιά και έντονη θρησκευτική ζωή.

Στη συγκρότηση και δόμηση του σημερινού χωριού διακρίνουμε προεπαναστατικά και μετεπαναστατικά τοξωτά σπίτια, των οποίων η επιμελημένη κατασκευή οφείλεται και στα λατομεία της περιοχής που έχουν επιφανειακά στρώματα πωρόλιθου. Στην περιοχή των λατομείων διακρίνουμε τα σημεία εξόρυξης, ενώ έχει βρεθεί, πίσω από το Σχολείο, ένας Μυκηναϊκός τάφος.

Στο Προάστιο βλέπουμε την ανακαινισμένη Κρήνη των Μελισσηνών του 1643 να δεσπόζει στην είσοδό του, καθώς και πολλούς ναούς, χαρακτηρισμένους ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία, όπως τον Ιερό Ναό Ευαγγελισμού Θεοτόκου, Ιερό Ναό Κωνσταντίνου και Ελένης, Ιερό Ναό Τριών Ιεραρχών, Ιερό Ναό Αγίου Αθανασίου, Ιερό Ναό Αγίων Θεοδώρων, Ιερό Ναό Αγίας Τριάδας, Ιερό Ναό Αγίου Λουκά, Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου, Ιερό Ναό Γεννήσεως Χριστού και τον Ιερό Ναό Αγίου Σπυρίδωνος και Αγίου Βασιλείου. Επίσης, χαρακτηρισμένα ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία είναι ο Πύργος Πατριαρχέα και η Πυργοκατοικία φερόμενης ιδιοκτησίας Διονυσίου Χουσέα.

Εξαιρετικής φυσικής ομορφιάς είναι και το ενάλιο σπήλαιο Καταφύγι του Βατσινήδη ή Βοτσινίδη, κοντά στο Προάστιο, στο εσωτερικό του οποίου υπάρχουν μικρές λίμνες.

  1. Προσήλιο

Η Λιασίνοβα μετονομάστηκε σε Προσήλιο και βρίσκεται 30 χλμ. δυτικά της Καλαμάτας. Είναι αμφιθεατρικά κτισμένο στην πλαγιά λόφου σε υψόμετρο 360 μ. Το Προσήλιο αντικρίζει τις Κάλυβες με τα πέτρινα σπίτια και τα πολύ στενά δρομάκια που είναι κτισμένες σε κορυφή κοντινού λόφου, με οικιστή, περί το 1600, τον Κατσίρη από τη Χώρα Ανδρουβίστας, πρόγονο των σημερινών Κατσιρέων. Η εκκλησία του Αγίου Μάμα κτίστηκε το 1750 από την οικογένεια Κατσιρέα και το 1824 την ανακαίνισε ο Βασίλης Κατσιρέας, φέρνοντας φορητές εικόνες από την Οδησσό.

Στη ρεματιά του Βυρού, κάτω από τις Κάλυβες, βρίσκεται το μοναστήρι του Σωτήρα, στο οποίο κάθε χρόνο γίνεται μεγάλο πανηγύρι. Το Ευαγγέλιο του Σωτήρα που είναι γραμμένο από τον Ευαγγελιστή Λουκά, είναι θαυματουργό και φυλάσσεται σε θυρίδα τράπεζας στην Καλαμάτα.


Το Υπουργείο Πολιτισμού έχει χαρακτηρίσει ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία τα εξής: Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου, Ιερός Ναός Αγίου Δημητρίου, Ιερός Ναός Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης, Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου, Ιερός Ναός Ευαγγελιστρίας, Ιερός Ναός Ταξιάρχη, Ιερός Ναός Αγίου Χαραλάμπους και την Ιερά Μονή Λυκάκη και τα κτίσματα που την περιβάλλουν. Η Μονή Λυκάκη, διαλελυμένη σήμερα, βρίσκεται μέσα στο Φαράγγι του Βυρού. Το καθολικό της που είναι αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, είναι ένας μικρός εγγεγραμμένος με τρούλο ναός. Το εσωτερικό του είναι κατάγραφο. Το σύνολο των κτισμάτων – διώροφο κτίσμα, κτιστές δεξαμενές, ελαιοτριβείο κλπ. – περιβάλλεται από ξερολιθιές. Το συγκρότημα, όπως και η εκκλησία, χρονολογείται στους μεταβυζαντινούς χρόνους.

  1. Πύργος Καλαμών

Ο Πύργος ή Πυργάκι βρίσκεται σε λόφο πάνω από τη Στούπα, μετά το Νεοχώρι σε υψόμετρο 360 μέτρων. Το όνομά του προήλθε από το κτίσιμο του πρώτου πύργου στη περιοχή από την οικογένεια Μανολίτση που προερχόταν από την Κωνσταντινούπολη και από την οποία προέρχονται πολλές σημερινές οικογένειες.

Η ιστορία του χωριού αρχίζει το 15ο αιώνα και ήταν παρατηρητήριο τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, των καπεταναίων που έδρευαν σε Μηλιά, Καστάνια κ.λ.π. Ο Πύργος διαθέτει αρκετές Βυζαντινές και Μεταβυζαντινές εκκλησίες, χαρακτηρισμένες ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία απο το Υπουργείο Πολιτισμού: Ιερός Ναός Αγίου Τρύφωνος, Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου, Ιερός Ναός Πάνω Παναγίας και Ιερός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου.

  1. Ρίγκλια

Βρίσκονται μετά τη Στούπα και αριστερά του δρόμου προς Αρεόπολη. Η περιοχή κατοικήθηκε περί το 1800 από τις οικογένειες των Γεννηματέων, Χρηστέων και Κυβελέων και το χωριό πήρε τη σημερινή του μορφή, μετά τη δημιουργία του Ιερού Ναού της Παναγίας, από Ιερομόναχο που ήρθε από το Άγιο Όρος.

Στα Ρίγκλια συναντά κανείς ορισμένα προεπαναστατικά κτίσματα και δροσερές κρήνες, καθώς και Ιερούς Ναούς, χαρακτηρισμένους ως Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία: ο Ιερός Ναός Αγίων Πέτρου και Παύλου, ο Ιερός Ναός Παναγίας Γιάτρισσας, ο Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου, στο άνω μέρος του τοίχου του περιβόλου του οποίου έχουν σκαλισθεί παιδικά παιχνίδια, ο Ιερός Ναός Κοιμήσεως Θεοτόκου και ο Ιερός Ναός Μεταμόρφωσης Σωτήρος.

  1. Σαϊδόνα

Η Σαϊδόνα είναι ένα όμορφο ορεινό χωριό κτισμένο σε υψόμετρο 620 μ. στην πλαγιά του Ταϋγέτου, 6 χλμ. ΝΑ της Καρδαμύλης. Είναι ένα χωριό με στενά δρομάκια και τεράστιες βελανιδιές. Σήμερα η Σαϊδόνα παράγει το 30% του συνολικού βιολογικού ελαιόλαδου του προγράμματος της βιολογικής καλλιέργειας της ελιάς. Υπάρχει ένα καινούργιο ελαιοτριβείο για τις ελιές και το σπουδαιότερο, υπάρχει περιβαλλοντολογική αρμονία.

Στη Σαϊδόνα διακρίνουμε τον πολεμόπυργο του καπετάν Κιτρινιάρη, το σταυρεπίστεγο Βυζαντινό Ναό του Ταξιάρχη (13ος αι.) και του Αγίου Νικολάου (1830), καθώς και τα Μοναστήρια Σαμουήλ (χρονολογείται στο πρώτο μισό του 17ου αιώνα) και Βαϊδενίτσα (χρονολογείται στος μεταβυζαντινούς χρόνους), χαρακτηρισμένα Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία.

  1. Τραχήλα

Γραφικό ψαροχώρι με αρχαιοπρεπές όνομα που οφείλεται στην αρχιτεκτονική του εδάφους, αφού ολόκληρο το χωριό είναι κτισμένο πάνω σε σπηλιές.

Ήταν επίνειο της Λαγκάδας και αναπτύχθηκε κυρίως μετά το 19ο αιώνα. Υπήρξε η βάση του διαμετακομιστικού εμπορίου με τα ορεινά χωριά και θαλάσσιος συγκοινωνιακός κόμβος. Στις βόρειες πλευρές των απόκρημνων βράχων στο δρόμο πριν από τη Τραχήλα συναντάμε σπηλιές – καταφύγια που προστάτευαν τους κατοίκους από πειρατικές επιδρομές.

Το Κτίριο ιδιοκτησίας Κωνσταντίνου Μελέα, έχει χαρακτηριστεί απο το Υπουργείο Πολιτισμού ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο, γιατί αποτελεί αξιόλογο δείγμα λαϊκής αρχιτεκτονικής του περασμένου αιώνα, σημαντικό για τη μελέτη της ιστορίας της αρχιτεκτονικής στον συγκεκριμένο χώρο.

  1. Τσέρια

Κτισμένα στην πλαγιά του Ταϋγέτου, σε υψόμετρο 600 – 750 μέτρων περίπου, αποκαλούνται το «Μπαλκόνι της Μάνης», λόγω της πανοραμικής θέας που προσφέρουν.

Για την ονομασία τους υπάρχουν δύο εκδοχές : από τα πολλά τσέρια (βελανίδια) ή από τη σλάβικη λέξη για τους συνοικισμούς (τσέρια). Τα Τσέρια ήταν γνωστά για τους καλούς χτιστάδες και πετροπελεκητές, ενώ ακόμα και σήμερα σε κοντινές θέσεις, διακρίνονται τα σημεία εξόρυξης της πέτρας και της τίκλας που τη χρησιμοποιούσαν για τις στέγες των οικοδομημάτων, όπως και κρυσταλλικός σχιστόλιθος που είναι ιδανικός ως ακόνι για τρόχισμα εργαλείων.

 

1.9.5. Φυσικά οικοσυστήματα – Χλωρίδα - Πανίδα

Η φυσική βλάστηση της περιοχής είναι χαρακτηριστική της νοτιοδυτικής Ελλάδας και χαρακτηρίζεται από το κλίμα, τη γεωλογία και τις απότομες κλίσεις. Όπως προκύπτει από την επεξεργασία των κλιματικών στοιχείων του πλησιέστερου μετεωρολογικού σταθμού και τους χάρτες φυσικής βλάστησης και βιοκλίματος, η φυσική βλάστηση που καλύπτει την ευρύτερη και την άμεση περιοχή μπορεί να διακριθεί στις παρακάτω ζώνες βλάστησης (Ντάφης 1976):

1. Την Ευμεσογειακή ζώνη (Quescetallia ilicis – παραλιακή λοφώδης και υποορεινή περιοχή) που χωρίζεται με βάση χλωριδικά, οικολογικά και φυσιογνωμικά κριτήρια σε δύο υποζώνες:

 Oleo ceratonion που καταλαμβάνει ξηρότερες και χαμηλότερες περιοχές. Στις θερμότερες περιοχές της εν λόγω υποζώνης εμφανίζονται ενώσεις φρυγάνων στις οποίες κυριαρχούν αγκαθωτοί θάμνοι και διάφορα είδη της οικογένειας Labiatae και στις ψυχρότερες που είναι περισσότερο εκτεταμένες κυριαρχούν τα είδη Olea oleaster (αγριελιά) και Pistacia lentiscus (σχίνος), ενώ αρχίζουν την εμφάνισή τους τα είδη Quercus coccifera (πουρνάρι) και Erica verticillata (χαμορείκι).

 Quercion ilicis που καταλαμβάνει υγρότερες και αμέσως ψηλότερες περιοχές και κυριαρχεί το είδος Quercus coccifera (πουρνάρι) υπολειπόμενου του είδους Quercus ilex (αριά). Συναντώνται τα είδη Erica arborea (ρείκι), Erica verticillata (χαμορείκι), Arbuτus unedo (κουμαριά), Spartium junceum (σπάρτο), Phillyrea media (φιλίκι) και Quercus pubescens (χνοώδης δρυς).

2. Την Παραμεσογειακή ζώνη βλάστησης (Quercetalia pubescentis – λοφώδης, υποορεινή, ορεινή) που χωρίζεται με βάση χλωριδικά, οικολογικά και φυσιογνωμικά κριτήρια σε δύο υποζώνες:

 Ostyo – Carpinion και συγκεκριμένα ο αυξητικός χώρος Quercetum cocciferae ή Cocciferetum

 Quercion confertae των ξηρόφιλων φυλλοβόλων δασών. Η εν λόγω υποζώνη συνέχεται της υποζώνης Ostyo – Carpinion ή ευρίσκεται αμέσως υπεράνω της Ευμεσογειακής ζώνης βλάστησης.

3. Των Ορεινών Μεσογειακών Κωνοφόρων. Στους ορεινούς όγκους της περιοχής κυριαρχούν τα ψηλά δάση των ειδών Abies cephalonica και Pinus nigra που εντάσσονται στην υποζώνη Αbietion cephalonicae.

Η βλάστηση χαρακτηρίζεται από την παρουσία των εκτεταμένων ελαιώνων. Στη ζώνη με υψόμετρο μέχρι 700m που χαρακτηρίζεται από μακρύ και ξερό καλοκαίρι και ήπιους χειμώνες αναπτύσσονται δύο τύποι βλάστησης: η μακία και τα φρύγανα. Τα φρύγανα αναπτύσσονται στις ξηρότερες και θερμότερες περιοχές με χαρακτηριστικά είδη την αφάνα (Euphorbia acanthothamnos & Genista acanthoclada), την ασφάκα (Phlomis fruticosa), το θυμάρι (Thymus capitatus), τη φασκομηλιά (Selvia officinalis). Στις υπόλοιπες περιοχές όπου δεν ασκείται γεωργική εκμετάλλευση συναντάται η μακία, η τυπική μεσογειακή βλάστηση με κυρίαρχο είδος το πουρνάρι (Quercus coccifera), την αγριλιά (Olea oleaster), το σχίνο (Pistacia lentscus), το σπάρτο (Spartium junceum) και άλλους σκληρόφυλλους θάμνους. Στα ρέματα φύονται πλατάνια (Platanus orientalis), πικροδάφνες, λυγαριές. Στα υψηλότερα υψόμετρα (700-1.000m) όπου οι θερμοκρασίες είναι χαμηλότερες εμφανίζονται δάση φυλλοβόλων, κυρίως βελανιδιές. Στις ξηρότερες και νότιες πλαγιές εξαπλώνεται το πουρνάρι (Quercus coccifera) μαζί με γκορτσιές (Pyrus spinosa), αγριοτριανταφυλιές (Rosa canina), σφεντάμι (Acer sempervirens) κ.α.

Στην ορεινή ζώνη (1.000 m -1.800m) όπου τα καλοκαίρια είναι δροσερότερα και βρέχει περισσότερο απαντώνται δάση κωνοφόρων και λιβάδια στις ξηρότερες και πιο άγονες εκτάσεις. Κυρίαρχο είναι το κεφαλλονίτικο έλατο (Abies cephalonica), είδος ενδημικό της κεντρικής και νότιας Ελλάδας). Διαδεδομένη είναι και η παρουσία της μαύρης πεύκης (Pinus nigra) ιδιαίτερα στις περιοχές με φλύσχη, όπως το δάσος της Βασιλικής. Το δάσος της Βασιλικής ανήκει διοικητικά στην Τ.Κ. Εξωχωρίου και διαχειρίζεται από το Δασαρχείο Καλαμάτας. Έχει έκταση 10.900 στρέμματα και βρίσκεται σε υψόμετρο από 950-2.500m. Στην περιοχή αυτή απαντάται η νοτιότερη εξάπλωση της μαύρης πεύκης. Συχνά συναντώνται μικτά δάση κεφαλληνιακής ελάτης και μαύρης πεύκης. Τα δασοόρια με τα αλπικά λιβάδια απαντώνται σε υψόμετρο πάνω από 2.200m με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη θέση Πόρτες κάτω από την κορυφή του Ταϋγέτου με βλάστηση με θάμνους και πολυετείς πόες με διάφορα αγρωστώδη (Astragalus, Stipa, Festuca κ.α.) καθώς και νανόκεδρα (Juniperus comunis). Αξιολογότατη είναι η χλωρίδα της περιοχής με μεγάλη ποικιλία ειδών και αρκετά σπάνια και ενδημικά.


Τα θηλαστικά που εμφανίζονται στην περιοχή είναι η αλεπού (Vulpes vulpes), το τσακάλι (Canis aureus), ο λαγός (Lepus capensis), η νυφίτσα (Martes foina), το κουνάβι (Martes foina), ο σκαντζόχοιρος (Erinaceus concolor), ο ασβός (Meles meles). Αναφορές υπάρχουν για εμφάνιση του αγριόγατου (Felis sylvestris).

Από τα ερπετά απαντώνται χελώνες, σαύρες π.χ. τρανόσαυρα, φίδια π.χ. λαφιάτης, οχιά, σαπίδης, γατόφιδο. Η ορνιθοπανίδα της περιοχής είναι πλούσια και χαρακτηρίζεται από είδη όπως πετροχελίδωνα (Ptyonoprogne rupestris), κοτσύφια (Turdus merula), σπουργίτια (Petronia petronia), κοράκια (Corvus corax), γερακότσιχλες, κίσσες (Garrulus glandarius), ελατοπαπαδίτσες (Parus ater), σπίνους (Fringilla ceolebs), δρυοκολάπτες (Picus viridis, Dendrocopos leucotos), πετροπέρδικες (Alectoris graeca), φάσσες (Columba palumbus), γερακότσιχλες (Turdus viscivorus) κ.ά. Στα αναπαραγόμενα είδη περιλαμβάνονται ο σφηκιάρης (Pernis apivorus), ο φιδαετός (Circaetus gallicus), ο σπιζαετός (Hieraetus fasciatus), ο χρυσαετός (Aquila chrysaetos) ο πετρίτης (Falco peregrinus), το διπλοσάϊνο (Accipiter gentiles) και ορισμένα αρπακτικά περισσότερο κοινά όπως το βραχοκιρκίνεζο (Falco tinunculus και γι΄αυτό περιλαμβάνεται στις σημαντικές περιοχές για τα πουλιά στην Ελλάδα. Στην περιοχή διαβιούν 6 είδη νυκτόβιων αρπακτικών: η πεπλογλαύκα (Tyto alba), ο μπούφος (Bubo bubo), ο γκιώνης (Otus scops), ο νανόμπουφος (Asio otus), η κουκουβάγια (Athene noctua) και ο χουχουριστής (Strix aluco).

Στην πανίδα απαντάται και ένας μεγάλος αριθμός από μικροοργανισμούς (ακάρεα, νηματώδεις) και ασπόνδυλα (έντομα με σκαθάρια, ακρίδες κ.λπ., μυριάποδα, μαλάκια κ.λπ.) και σημαντική πανίδα λεπιδόπτερων (πεταλούδες). Στο θαλάσσιο περιβάλλον απαντώνται χονδριχθύες (σκυλόψαρα), οστεϊχθύες (σαρδέλα, κουτσομούρα, μπαρμπούνι, κέφαλος, γόπα, ροφός, συναγρίδα, σκορπίδια, δράκαινα κ.α.), κεφαλόποδα (καλαμάρι, σουπιά, χταπόδι) μαλακόστρακα (γαρίδες, καβούρια, αστακοί), δελφίνια, φώκιες (Monachus monachus) και θαλάσσιες χελώνες (Caretta caretta).


Ιδιαίτερης σημασίας για την οικολογία της περιοχής η παρουσία του Ταϋγέτου «του αρσενικού βουνού» σύμφωνα με τον Βρεττάκο, με την υψηλότερη κορυφή της Πελοποννήσου, τον Προφήτη Ηλία με υψόμετρο 2.407. Η κορυφογραμμή του Ταϋγέτου ξεκινά από τη Λαγκάδα, το διάσελο με το βόρειο Ταΰγετο και φτάνει μέχρι το Οίτυλο το διάσελο με το Σαγγιά και έχει κατεύθυνση Βορρά προς Νότο. Το κυρίαρχο πέτρωμα είναι ο ασβεστόλιθος και γι’ αυτό δεν απαντώνται επιφανειακές απορροές. Οι μεγάλες κλίσεις έχουν σαν αποτέλεσμα τη γρήγορη απορροή των ομβρίων και την έντονη διάβρωση που δημιούργησε και τις μεγάλες χαράδρες του Ριντόμου και του Βυρού. Η βλάστηση και οι βιότοποι του ακολουθούν την τυπική διαδοχή των ζωνών βλάστησης από τα φρύγανα μέχρι τα αλπικά λιβάδια. Ο Ταΰγετος παρουσιάζει και εξαιρετικό χλωριδικό ενδιαφέρον, καθώς η ιδιαίτερη γεωμορφολογία του (απόκρημνες κορυφές, φαράγγια) σε συνδυασμό με την γεωλογία του (παλιότερη περιοχή της Πελοποννήσου μαζί με τον Πάρνωνα) και το γεγονός ότι έμεινε απομονωμένος όταν η υπόλοιπη Πελοπόννησος σκεπάστηκε από τη θάλασσα ενώ ταυτόχρονα αποτελούσε γεωγραφικό αδιέξοδο προς το νότο κατά τις φάσεις των μετακινήσεων των φυτών. Συνολικά περιλαμβάνει 32 φυτά αποκλειστικά ενδημικά του βουνού και πάνω από 100 ενδημικά φυτά. Τα ενδημικά φυτά του είναι: Aethionema carlsbergii, Allium circinatum– subsp. Peloponnesiacum, Astragalus taygeteus, Athamanta arachnoidea, Aquilegia ottonis ssp. Taygetea, Campanula papillosa, Colchicum psaridis, Crepis crocifolia, Crocus sieberi – subsp. Nivalis, Fritillaria davisii, Galanthus reginae olgae ssp. reginae olgae, Helichrysum taenari, Hieracium chalasinense, Hypericum taygeteum, Inula candida – subsp., Limonella, Jurinea taygetea, Lithodora zahnii, Malabaila psaridiana, Micromeria taygetea, Silene echinosperma, Silene goulimyi, Silene taygetea, Stachys candida, Trachelium taygeteum, Nepeta camphorate, Onosma leptanthum, Onosma sangiasense, Onosma taygetea, Scilla messeniaca, Scrophularia taygetea, Trifolium filicaule και Viola sfikasiana. Βέβαια ορισμένα φυτά που παλαιότερα θεωρούνταν ενδημικά βρέθηκαν και αλλού και έπαψαν να είναι τοπικά ενδημικά του Ταϋγέτου, όπως τα: Anthemis laconica, Asperula lutea ssp. mungieri, Origanum scabrum ssp. scabrum, Suntellaria rupestis (Scutellaria), Campanula topaliana ssp. cordifolia. Πλούσια είναι και η ποικιλία μανιταριών στην περιοχή του Ταϋγέτου. Επίσης λόγω της γεωγραφικής του θέσης, που βρίσκεται πάνω στο μεταναστευτικό δρόμο των πουλιών ο Ταΰγετος ανήκει στις σημαντικές περιοχές για τα πουλιά στην Ελλάδα.

Τμήμα του Δήμου Δυτικής Μάνης εντάσσεται στην περιοχή του Δικτύου «Φύση 2000» GR 2550006 – Όρος Ταΰγετος του Δικτύου «Φύση 2000, έκτασης 533,674,6στρ. Στην περιοχή απαντάται η υψηλότερη κορυφή της Πελοποννήσου (2.407μ.). Πρόκειται για ορεινό συγκρότημα που περιλαμβάνει τις ψηλότερες κορυφές της Πελοποννήσου (2.407 μ) και έχει καταταχθεί σύμφωνα με τα κριτήρια του Παραρτήματος ΙΙΙ της Οδηγίας 92/43 στην Κατηγορία Α και αποτελεί το σημαντικότερο οικοσύστημα της άμεσης αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Η κατηγορία Α περιλαμβάνει περιοχές υψηλής αξίας σε ότι αφορά τη βιοποικιλότητα, με μοναδική παρουσία στην Ελλάδα τύπων οικοτόπων ή/και ειδών της Οδηγίας, με παρουσία τύπων οικοτόπων και ειδών προτεραιότητας της Οδηγίας και με μεγάλο αριθμό άλλων σημαντικών ειδών για την Ελλάδα.


Η περιοχή του Κεντρικού Ταϋγέτου παρουσιάζει μεγάλη εναλλαγή βιοτόπων, προσφέροντας καταφύγιο σε 160 περίπου Ελληνικά ενδημικά φυτά, 21 από τα οποία είναι αποκλειστικά ενδημικά στον Ταύγετο. Η πανίδα των σπονδυλωτών, εκτός των πουλιών, αυτού του τόπου είναι αρκετά αξιόλογη και περιλαμβάνει σπάνια και απειλούμενα είδη. Πέντε ερπετά (δύο χερσόβιες χελώνες, μία νεροχελώνα και δύο φίδια) καταγράφονται στο Παράρτημα ΙΙ της Οδηγίας 42/93/EEC. Επιπλέον, 36 σπονδυλωτά που έχουν καταγραφεί έχουν αξιολογηθεί ως Αλλα και Ελληνικά Σημαντικά Είδη. Ένα από αυτά τα είδη το τσακάλι (Canis aureus) αναφέρεται στο ελληνικό Βιβλίο Ερυθρών Δεδομένων στην κατηγορία κινδύνου «Τρωτά». Επτά άλλα είδη είναι ενδημικά στην Ελλάδα. Η μεγάλη πλειοψηφία από τα 36 σημαντικά είδη αναφέρεται στη Συνθήκη της Βέρνης και στο ΠΔ 67/1981. Από αυτά η αγριόγατα Felis silvestris περιλαμβάνεται στους καταλόγους της Συνθήκης CITES. Πολλά άλλα είδη σημειώνονται με D για επιπλέον λόγους, συγκεκριμένα: α) ο λαγός Lepus europaeus και η αγριόγατα Felis silvestris επειδή και τα δύο είναι σπάνια στην Ελλάδα, β) ο δασομυωξός Glis glis pindicus, ο βραχοποντικός Apodemus mystacinus epimelas και το φίδι Coluber gemonensis επειδή όλα τους είναι ενδημικά είδη των Βαλκανίων, γ) η άποδη σαύρα Ophiomorus punctatissimus η οποία συναντάται σε μία σχετικά περιορισμένη περιοχή της Ελλάδας, όπου το είδος παρουσιάζει το δυτικότατο όριο της περιοχής εξάπλωσής, και δ) η σαύρα Cyrtodactylus kotschyi bibroni εξαιτίας της έντονα διακεκομμένης περιοχής εξάπλωσης στην Ελλάδα και της, κατά συνέπεια, απομόνωσης των πληθυσμών της. Τέλος, πέντε είδη (Bufo viridis, Rana dalmatina, Cyrtodactylus kotschyi bibroni, Ablephaus kitaibelli και Felis silvestris) σημειώνονται με D για τον επιπλέον λόγο ότι έχουν ήδη αξιολογηθεί από το Πρόγραμμα Corine – Biotopes. Οι 9 τύποι οικοτόπτων (2 σε προτεραιότητα) που απαντώνται στην περιοχή παρουσιάζουν στην πλειονότητά τους καλή αντιπροσωπευτικότητα και καλή διατήρηση. Αρνητική επίδραση στην πανίδα και τους οικοτόπους της περιοχής ασκούν οι τουριστικές δραστηριότητες, η υπερβόσκηση και οι ανεξέλεγκτες πυρκαγιές.

Κατηγορίες Ενδιαιτημάτων

ΚΩΔΙΚΟΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΕΝΔΙΑΙΤΗΜΑΤΩΝ %ΚΑΛΥΨΗΣ

N08 Χερσότοποι, θάμνοι, μακία βάστηση, φρύγανα 40

N11 Αλπικοί και υπο-αλπικοί λεμώνες 18

N16 Φυλλοβόλα δάση 13

N17 Δάση κωνοφόρων 8

N19 Μικτά δάση 8

N22 Εσωτερικοί βράχοι, εσωτερικές θίνες, μόνιμο χιόνι και πάγος 7

N15 Άλλες αρόσιμες εκτάσεις 4

N23 Άλλες εκτάσεις (περιλαμβάνουν αστικές και βιομηχανικές περιοχές δρόμους, χέρσες περιοχές, μεταλλεία)

95

Το σύνολο του προστατευτέου αντικειμένου χαρακτηρίζεται κυρίως από ορεινές δασωμένες εκτάσεις, βραχώδεις κορυφογραμμές, υψηλές κορυφές, απότομες χαράδρες, μόνιμους και εποχιακούς ορμητικούς χειμάρρους, αλλά και ορεινούς και ημιορεινούς οικισμούς διάσπαρτους μέσα στον ορεινό όγκο και κάποιες αγροτικές εκτάσεις κυρίως γύρω από τους οικισμούς αλλά και στα υψίπεδα. Βασικό στοιχείο για την αξιολόγηση της περιοχής είναι το πλήθος των ενδημικών φυτών της βαλκανικής χερσονήσου, της Ελλάδας, και των τοπικών ενδημικών φυτών η ύπαρξη των οποίων αποδίδεται στη γεωμορφολογία, στη σχετική απομόνωση και στο υψόμετρο πολλών περιοχών. Φύονται δάση πεύκης (Pinus nigra ssp. Pallasiana) και της ενδημικής κεφαλληνιακής ελάτης (Abies cephalonica). Οι απαντώμενοι τύποι οικοτόπων είναι ορεινά και μεσογειακά χέρσα εδάφη με ακανθώδεις θάμνους, δάση σκληρόφυλλων που χρησιμοποιούνται για βοσκή (dehesas με Quercus ilex), λιθώνες βαλκανικής χερσονήσου, ευμεσογειακά ασβεστολιθικά απόκρημνα βράχια, σπήλαια, δάση καστανιάς, Quercus frainetto, ορεινών κωνοφόρων με Pinus nigra ssp. Pallasiana, δασώδεις εκτάσεις με φυτοκοινωνίες με Juniperus foetidissima. Είδη φυτών: Globularia stygia, Crepis crocifolia. Είδη ζώων: Testudo hermanni, Testudo marginata, Mauremys caspica, Elaphe quatuorlineata Elaphe situla, Callimorpha quadripunctata, Lucanus cervus. Η σπουδαιότητά του σχετίζεται με τη μεγάλη εναλλαγή βιοτόπων, την πλούσια χλωρίδα με 160 περίπου ελληνικά ενδημικά φυτά, 21 από τα οποία είναι αποκλειστικά ενδημικά του Ταϋγέτου και την παρουσία αιωνόβιων μαυρόπευκων, ηλικίας μέχρι και 500 ετών, απομεινάρια αρχαίων δασών (Ντάφης και συν. 1997, ΑΝ. ΜΕ. και συν. 2006α).

Επίσης ο Κεντρικός Ταΰγετος (AG0010223) & ο Ταΰγετος (AG0060083) εντάσσεται στους βιοτόπους Corine14, ως βουνό εξαιρετικής αισθητικής και ιστορικής αξίας, σημαντική περιοχή για τα μεταναστευτικά πουλιά και σπάνια είδη (ερπετά, φυτά). Αξιόλογοι βιότοποι αποτελούν και τα φαράγγια Ριντόμου και Βυρού τα οποία περιλαμβάνονται επίσης στους βιοτόπους Corine (AG0060084), με εποχιακή ροή νερού, τα οποία διασχίζουν την χαμηλότερη δυτική πλευρά του όρους Ταύγετος. Πρόκειται για ένα σημαντικό τοπίο, το οποίο αποτελεί καταφύγιο για τον Χρυσαετό. Στην περιοχή υπάρχουν ενδημικά φυτά και ερπετά.ως σημαντικά τοπία, που περιλαμβάνει ενδημικά φυτά και ερπετά και πιθανώς καταφύγιο για χρυσαετούς (Aquilla chrysaetos) με επείγουσα προτεραιτότητα προστασίας. Το φαράγγι του Ριντόμου στη Δ.Ε. Αβίας, (κατά Παυσανία «Χοίρειος Νάπη» δηλαδή Κοιλάδα των χοίρων), μήκους 19 Km. Διασχίζει την οροσειρά του Ταϋγέτου από ανατολή προς δύση, από το λούκι της Νεραίδοβούνας σε υψόμετρο 2.031m και εκβάλλει στο Μεσσηνιακό κόλπο στην παραλία Σάντοβα των Κιτριών. Περιλαμβάνει εντυπωσιακούς φυσικούς σχηματισμούς και μνημεία, όπως το γεφύρι στο Στένεμα κ.ά. Το φαράγγι του Βυρού στο Δ.Ε. Λεύκτρου, μήκους 18 Km. Σχηματίζεται από τα ρέματα που δέχονται τις απορροές του Χαλασμένου και από την περιοχή της Βασιλικής. Εκβάλλει στην Καρδαμύλη. Η διαδρομή αποτελούσε τη φυσική δίοδο επικοινωνίας της Σπάρτης με το επίνειο της, την Καρδαμύλη, ονομάζεται και «Βασιλική Οδός». Κατά μήκος του απαντώνται αξιόλογοι γεωλογικοί σχηματισμοί και μνημεία.

Με αφορμή της Οδηγία 79/409, έχει αναγνωρισθεί μία Σημαντική Περιοχή για τα πουλιά (ΙΒΑ) στο Ορος Ταύγετος. Όπως έχει αναφερθεί, η περιοχή καλύπτεται με εκτεταμένες εκτάσεις μακίας βλάστησης και είναι μερικώς δασωμένη από μαύρη πεύκη (Pinus nigra) και κεφαλληνιακή ελάτη (Abies cephalonica). Στα αναπαραγόμενα είδη ορνιθοπανίδας περιλαμβάνονται ο σφηκιάρης (Pernis apivorus), ο φιδαετός (Circaetus gallicus) και ο χρυσαετός (Aquila chrysaetos), είδη που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της εν λόγω Οδηγίας.

Αξιόλογα είναι και τα φαράγγια Νούπαντης, μεταξύ Καρδαμύλης και Στούπας του καταλήγει στην παραλία του Φονέα και Τέπενης που ξεκινά από τη Μηλιά και καταλήγει στον Άγιο Νικόλαο. Στη Δημοτική Ενότητα Λεύκτρου περιλαμβάνεται και ένα καταφύγιο άγριας ζωής στην περιοχή Ντουμπίσια Εξωχωρίου έκτασης 10.000 στρ. (ΦΕΚ604/Β/1976). Ευρύτερα στην περιοχή αναπτύσσονται αξιόλογες ορειβατικές διαδρομές, όπως το ορειβατικό μονοπάτι Ε4 κ.α.

Για την περιοχή του Ταύγετου στην παρούσα φάση έχει εκπονηθεί Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη, που αφορά την έκταση που ανήκει στα διοικητικά όρια του Ν. Λακωνίας, ενώ για την περιοχή που ανήκει στο Ν. Μεσσηνίας και συγκεκριμένα στο Δ. Λεύκτρου, δεν έχει γίνει ακόμη η σχετική μελέτη. Αν ληφθεί αυτό υπόψη και σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η διαδικασία που περιγράφηκε παραπάνω είναι αρκετά χρονοβόρα, προκύπτει ότι λόγω της μη ολοκληρωμένης προστασίας και διαχείρισης, το Ορος Ταύγετος, μέχρι την ολοκλήρωση των μελετών και τη ψήφιση των σχετικών ΠΔ θα δέχεται τις πιέσεις από τη χωροθέτηση έργων και την άσκηση δραστηριοτήτων πιθανά για μεγάλο χρονικό διάστημα.



1.9.6. Παράκτια ζώνη

Η ακτογραμμή του Δήμου Δυτικής Μάνης εκτείνεται σε μήκος 104,8Km και αποτελεί το 36% της ακτογραμμής του νομού. Σε μεγάλο τμήμα της ζώνης έχει καθοριστεί ο αιγιαλός σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Η Δημοτική Ενότητα Αβίας έχει ακτογραμμή μήκους 31,7Km και η Δημοτική Ενότητα Λεύκτρου 73,1Km. Στην Δημοτική Ενότητα Αβίας υπάρχουν 3 ακτές με μέση χωρητικότητα λουομένων 4.000 άτομα και 8 στη Δημοτική Ενότητα Λεύκτρου με μέση χωρητικότητα λουομένων 10.280 άτομα. Κατά μήκος του παράκτιου χώρου αναπτύσσονται δραστηριότητες αναψυχής καιεχινόδερμα (αχινοί). Τα κολυμβητικά ύδατα στα πρώτα μέτρα έχουν κανονικό βάθος και η κλίση του πυθμένα είναι ήπια (σε απόσταση 60 μ. από την ακτή το βάθος προσεγγίζει τα 5 μ.). Η παραλία είναι οργανωμένη και διαθέτει υποδομές εξυπηρέτησης των λουομένων (ντους, ομπρέλες, ξαπλώστρες, καλάθια και κάδους απορριμμάτων). Χρησιμοποιείται κυρίως για κολύμβηση και για ερασιτεχνικό ψάρεμα, ενώ στο θαλάσσιο χώρο αγκυροβολούν μικρά σκάφη και ταχύπλοα. Σε απόσταση 0,5 χλμ. περίπου από το νότιο άκρο εκβάλλει το ρέμα των Μύλων. Στην περιοχή δεν παρατηρούνται ισχυρά ρεύματα ούτε έντονα φαινόμενα παλίρροιας κατά τηθερινή περίοδο. Η θέση της ακτής (εντός ανοιχτού κόλπου), το κανονικό βάθος των υδάτων και η χαμηλή ανθρώπινη δραστηριότητα στην περιοχή, εξασφαλίζουν μεγάλο ρυθμό ανανέωσης των υδάτων, με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση δυσμενών συνθηκών για την εμφάνιση του φαινομένου του ευτροφισμού.

-Σάντοβα. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του όρμου Κιτριών και απέχει 15 χλμ. περίπου από την Καλαμάτα. Το μήκος της είναι 720 μ., το μέσο πλάτος 15 μ. και έχει προσανατολισμό νοτιοδυτικό. Η παράκτια ζώνη και ο πυθμένας αποτελούνται από μίγμα άμμου με βότσαλο. Η θαλάσσια βιοποικιλότητα περιλαμβάνει κυρίως φαιοφύκη, ροδοφύκη και χλωροφύκη, προσκολλημένα στα βραχώδη τμήματα της ακτής, ενώ εμφανίζονται διάσπαρτα μαλάκια (πεταλίδες), σπόγγοι (σφουγγάρια). Τα κολυμβητικά ύδατα στα πρώτα μέτρα έχουν κανονικό βάθος και η κλίση του πυθμένα είναι ήπια (σε απόσταση 105 μ. από την ακτή το βάθος προσεγγίζει τα 5 μ.). Το νοτιοανατολικό τμήμα της ακτής είναι οργανωμένο και διαθέτει υποδομές εξυπηρέτησης των λουομένων (ντους, ομπρέλες, ξαπλώστρες, καλάθια και κάδους απορριμμάτων). Στην ακτή υπάρχει ναυαγοσώστης και αναψυκτήριο. Στην ακτή εκβάλλει ρέμα διαλείπουσας ροής. Στην ακτή κολύμβησης δεν έχουν καταγραφεί περιστατικά ραγδαίας ανάπτυξης αλγών ή φυτοπλαγκτόν. Επιπλέον, τα ύδατα της ακτής κολύμβησης δεν επηρεάζονται από την απορροή ρυπαντικών φορτίων των κύριων θρεπτικών συστατικών αζώτου και φωσφόρου, που συμβάλλουν στην ανάπτυξη αλγών και ευνοούν την εξέλιξη φαινομένων ευτροφισμού. Η θέση της ακτής (εντός ανοιχτού κόλπου), το κανονικό βάθος των υδάτων και η χαμηλή ανθρώπινη δραστηριότητα στην περιοχή, εξασφαλίζουν μεγάλο ρυθμό ανανέωσης των υδάτων, με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση δυσμενών συνθηκών για την εμφάνιση ευτροφισμού. Τα κολυμβητικά ύδατα της ακτής είναι, υπό κανονικές συνθήκες διαυγή και καθαρά κάτι που συνδέεται με τη χαμηλή παρουσία φυτοπλαγκτόν.

-Ριτσά. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του Μεσσηνιακού κόλπου και απέχει 32 χλμ. περίπου από την

Καλαμάτα. Έχει μήκος 2,4 χλμ. και μέσο πλάτος 40 μ. με νοτιοδυτικό προσανατολισμό. Η παράκτια ζώνη και ο θαλάσσιος πυθμένας αποτελούνται από βότσαλο και βράχια στα άκρα. Η θαλάσσια βιοποικιλότητα περιλαμβάνει κυρίως φαιοφύκη, χλωροφύκη και ροδοφύκη, που είναι προσκολλημένα στα βραχώδη τμήματα της ακτής, ενώ εμφανίζονται διάσπαρτα μαλάκια (πεταλίδες) και αρθρόποδα καρκινοειδή (γαρίδες και καβούρια). Τα κολυμβητικά ύδατα στα πρώτα μέτρα έχουν κανονικό βάθος και η κλίση του πυθμένα είναι ήπια (σε απόσταση 170 μ. από την ακτή το βάθος προσεγγίζει τα 5 μ.).

Τμήμα της παραλίας είναι οργανωμένο και διαθέτει υποδομές εξυπηρέτησης των λουομένων, όπως ομπρέλες, ξαπλώστρες, καλάθια και κάδους απορριμμάτων. Κατά μήκος της κολυμβητικής ακτής εκβάλλουν ρέματα διαλείπουσας ροής, στο βόρειο τμήμα το Θωμαϊκό Λαγκάδι, στο μέσο το Γκουλέϊκο, στο νότιο το Μπαρτσαβέλη και στο νοτιοανατολικό άκρο της το ρέμα της Νεροπλαγιάς. Στην ακτή κολύμβησης δεν έχουν καταγραφεί περιστατικά ραγδαίας ανάπτυξης αλγών ή φυτοπλαγκτόν. Τα νερά κολύμβησης δεν επηρεάζονται από την απορροή ρυπαντικών φορτίων των κύριων θρεπτικών συστατικών αζώτου και φωσφόρο. Τα κολυμβητικά ύδατα της ακτής είναι, υπό κανονικές συνθήκες διαυγή και καθαρά γεγονός που συνδέεται με τη χαμηλή παρουσία φυτοπλαγκτόν.

-Καλαμίτσι. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του Μεσσηνιακού κόλπου και απέχει περίπου 35 χλμ. από την Καλαμάτα. Το μήκος της παραλίας είναι 180 μ., το μέσο πλάτος 5 μ. με δυτικό προσανατολισμό. Η παράκτια ζώνη και ο θαλάσσιος πυθμένας αποτελούνται από βότσαλο. Η θαλάσσια βιοποικιλότητα περιλαμβάνει κυρίως φαιοφύκη, χλωροφύκη και ροδοφύκη, που είναι προσκολλημένα στα βραχώδη τμήματα της ακτής, ενώ εμφανίζονται διάσπαρτα μαλάκια (πεταλίδες), εχινόδερμα (αστερίες), γαστερόποδα (θαλάσσια σαλιγκάρια) και ανθόζωα (ανεμώνη κολιτσιάνος). Τα κολυμβητικά ύδατα στα πρώτα μέτρα έχουν κανονικό βάθος και η κλίση του πυθμένα είναι ήπια (σε απόσταση 105 μ. από την ακτή το βάθος προσεγγίζει τα 5 μ.). Στο βόρειο τμήμα της ακτής εκβάλλει ρέμα διαλείπουσας ροής. Διαχρονικά η ποιότητα των παράκτιων υδάτων χαρακτηρίζεται εξαιρετική. Στην ακτή κολύμβησης δεν έχουν καταγραφεί περιστατικά ραγδαίας ανάπτυξης αλγών ή φυτοπλαγκτόν. Η ακτή κολύμβησης δεν επηρεάζεται από την απορροή ρυπαντικών φορτίων των κύριων θρεπτικών συστατικών αζώτου και φωσφόρου και λόγω της θέσης της εντός ανοιχτού κόλπου εξασφαλίζει μεγάλο ρυθμό ανανέωσης των υδάτων, με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση μη ευνοϊκών συνθηκών για την εμφάνιση του φαινόμενου του ευτροφισμού.

-Καλόγρια. Βρίσκεται στο Μεσσηνιακό Κόλπο, βόρεια του όρμου της Στούπας. Η κολυμβητική ακτή αποτελεί παράλιο τμήμα ανοιχτού κόλπου, μήκους 200 μ.. Η παραλία καταλαμβάνει το σύνολο του κόλπου και έχει μέσο πλάτος 60 μ. με προσανατολισμό δυτικό. Η παράκτια ζώνη και ο θαλάσσιος πυθμένας αποτελούνται από άμμο με βράχια στα άκρα. Η θαλάσσια χλωρίδα περιλαμβάνει ροδοφύκη, φαιοφύκη και χλωροφύκη, που είναι προσκολλημένα στα βραχώδη τμήματα του πυθμένα. Τα κολυμβητικά ύδατα στα πρώτα μέτρα είναι αβαθή με ήπια κλίση του πυθμένα, καθώς σε απόσταση 195 μ. από την ακτή το βάθος προσεγγίζει τα 5 μ. Η παραλία είναι οργανωμένη και διαθέτει υποδομές εξυπηρέτησης των λουομένων, όπως ομπρέλες, ξαπλώστρες, τουαλέτες, ντους, αποδυτήρια, καλάθια και κάδους απορριμμάτων καθώς και γήπεδο πετοσφαίρισης. Ανάντη της παραλίας, λειτουργούν αναψυκτήρια και εστιατόρια για την κάλυψη των αναγκών των λουομένων. Στην ακτή υπάρχει ναυαγοσώστης για την ασφάλεια των λουομένων. Εκτός από την κολύμβηση, στην παραλία ανατπύσσονται και άλλες δραστηριότητες όπως θαλάσσια αθλήματα (ποδήλατο / κανό). στο θαλάσσιοχώρο αναβλύζουν πηγές υπόγειων υδάτων με αποτέλεσμα να μεταβάλλεται σημαντικά κατά τόπους η θερμοκρασία και τα φυσικά χαρακτηριστικά του νερού. Τα νερά ήταν διαυγή και καθαρά.

-Στούπα. Βρίσκεται στον ομώνυμο όρμο σε απόσταση 44Km από την Καλαμάτα. Έχει δυτικό προσανατολισμό. Το μήκος της είναι 400 μ. και το μέσο πλάτος της 25 μ. Η παράκτια ζώνη και ο θαλάσσιος πυθμένας καλύπτονται από άμμο, ενώ στα άκρα αναπτύσσονται βράχια. Τα κολυμβητικά ύδατα στα πρώτα μέτρα έχουν κανονικό βάθος με ήπια κλίση του πυθμένα, καθώς σε απόσταση 195 μ. από την ακτή το βάθος προσεγγίζει τα 5μ. Λόγω της μορφολογίας της η ακτή είναι προστατευμένη από τους επικρατέστερους ανέμους, με εξαίρεση τους βορειοδυτικούς. Στην περιοχή δεν παρατηρούνται ισχυρά ρεύματα, ούτε έντονα φαινόμενα παλίρροιας. Η θαλάσσια χλωρίδα περιλαμβάνει φαιοφύκη, χλωροφύκη, ροδοφύκη και τοπικά λιβάδια φανερόγαμων που είναι προσκολλημένα στον πυθμένα. Η καθαρότητα και η διαύγεια του νερού υποδεικνύει χαμηλή παρουσία φυτοπλαγκτόν. Η παράκτια ζώνη είναι μερικώς τροποποιημένη, λόγω του τοιχίου και του πεζοδρομίου στο όριό της και κινητών κτισμάτων επί της ακτής. Η παραλία είναι οργανωμένη και διαθέτει υποδομές εξυπηρέτησης των λουομένων, ναυαγοσώστης για την ασφάλεια και επιχείρηση θαλασσίων δραστηριοτήτων. Στην άμεση περιοχή κυριαρχεί ο οικισμός της Στούπας και ανάντη της παραλίας λειτουργούν αναψυκτήρια, εστιατόρια και τουριστικά καταστήματα για την κάλυψη των αναγκών των λουόμενων. Η ακτή χρησιμοποιείται κυρίως για κολύμβηση και οι δραστηριότητες που αναπτύσσονται είναι οι καταδύσεις, τα θαλάσσια αθλήματα με μηχανοκίνητα, ποδήλατα και κανό. Ο μέγιστος αριθμός λουομένων εκτιμάται σε 700 άτομα. Στην ακτή κολύμβησης καταλήγει ποταμάκι συνεχούς ροής. Σε μικρή απόσταση από το νότιο άκρο της ακτής υπάρχει αλιευτικό καταφύγιο μικρών σκαφών. Δεν έχουν καταγραφεί περιστατικά ραγδαίας ανάπτυξης αλγών ή φυτοπλαγκτόν. Η ακτή κολύμβησης δεν επηρεάζεται από την απορροή ρυπαντικών φορτίων των κύριων θρεπτικών συστατικών αζώτου και φωσφόρου και λόγω της θέσης της εντός ανοιχτού κόλπου εξασφαλίζει μεγάλο ρυθμό ανανέωσης των υδάτων, με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση μη ευνοϊκών συνθηκών για την εμφάνιση του φαινόμενου του ευτροφισμού.

Με πρωτοβουλία του Συνδέσμου Περιοχής έχουν εκπονηθεί προκαταρκτικά σχέδια για την ανάπλαση παραλιακών χώρων και τη διαμόρφωση χώρων για λουόμενους στις ακτές «Σάλιο» της Καρδαμύλης, «Καλαμίτσι», «Φονέας» και «Καμίνια» του Προαστίου, στις παραλίες «Χαλικούρα» και «Λιάστρες» της Στούπας, στην ακτή του λιμανιού του Αγίου Νικολάου, στις παραλίες «Αραξοβόλι» και «Κάρβα» της Τραχήλας.


1.10. Τοπίο


Η φυσική διαμόρφωση του χώρου με τις εναλλαγές του τοπίου και τις μεγάλες κλίσεις που αποτυπώνονται και στα τοπωνύμια της περιοχής (π.χ. Μεγάλα Γκρεμνά), το μέτωπο του Ταϋγέτου, τα φαράγγια, χαρακτηρίζουν το τοπίο της περιοχής, μαζί με τη βλάστηση και το θαλάσσιο μέτωπο. Καθοριστικά συμβάλλει και η παρουσία του ανθρώπου και οι δραστηριότητές του, πλήρως προσαρμοσμένες και ενταγμένες στο χώρο, με τις καλλιέργειες με κυρίαρχη και σχεδόν αποκλειστική την ελαιοκαλλιέργεια, τις αναβαθμίδες, τους οικισμούς και τα πολιτιστικά μνημεία (ναοί, καλντερίμια, αλώνια κ.λπ.). Η έντονη τουριστική ανάπτυξη που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια τόσο στις τουριστικές υποδομές όσο και στην εξοχική κατοικία έχουν μεταβάλλει σημαντικά το χαρακτήρα της περιοχής μεταμορφώνοντάς τον από αγροτικό σε τουριστικό. Τα στοιχεία αυτά συνθέτουν μια εικόνα χαρακτηριστική της περιοχής της Μάνης αλλά και πλήρως ενταγμένης στο χαρακτήρα του μεσογειακού τοπίου.

Η περιοχή της Καρδαμύλης χαρακτηρίζεται ως τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους ως αξιόλογο φυσικό τοπίο με πλούσια βλάστηση, μέσα στο οποίο εντάσσονται χαρακτηριστικά δείγματα της εξέλιξης της μανιάτικης κατοικίας και ως ιστορικός τόπος, λόγω της σημασίας που έχει για την ιστορία της αρχιτεκτονικής και γενικότερα για την ελληνική ιστορία, επειδή η γη της, κατοικούμενη από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι σήμερα, είναι πλούσια σε μνημεία όλων των εποχών και η ιστορία της πλούσια σε γεγονότα. Μέσα σ’ ένα καταπράσινο τοπίο, υπάρχουν κτιριακά συγκροτήματα συγγενών, τειχισμένες οχυρές εγκαταστάσεις μπέηδων – καπετάνιων, κτιριολογικοί τύποι και εξέλιξη αυτών στο 18ο και 19ο αι. και νεότερη πολεοδομική εξέλιξη ενός δυναμικού παραλιακού κέντρου. Τρία υπο-συγκροτήματα διατεταγμένα γύρω από τις αυλές αποτελούν την εγκατάσταση που είναι περιτειχισμένη, έχει σχήμα τριγωνικό και σ’ αυτήν δεσπόζουν ένας 5-όροφος πολεμόπυργος και το πυργοειδές κωδωνοστάσιο του μεγαλοπρεπούς ναού του Αγ. Σπυρίδωνα. Αντίκρυ από την οχυρή εγκατάσταση του βράχου της Πάνω Καρδαμύλης, συσπειρώθηκαν προεπαναστατικά άλλοι 4 οικογενειακοί πυρήνες που αποτέλεσαν την Κάτω Καρδαμύλη. Ανάμεσα στα 60 κτίρια που χτίστηκαν σταδιακά σε 25 στρ. περίπου, σώζονται αρκετά προεπαναστατικά σπίτια. Ξεχωρίζουν ακόμη, αν και μετασκευασμένοι, ορισμένοι προεπαναστατικοί πύργοι-πυργοκατοικίες. Μετεπαναστατικά, πάνω στο δρόμο που συνέδεε τους παλιούς αυτούς οικισμούς με το λιμάνι αναπτύχθηκε ο οικισμός σε γραμμική επέκταση με εμπορικά καταστήματα και ευρύχωρα σπίτια με νεότερα και νεοκλασικά χαρακτηριστικά. Η φυσική διαμόρφωση του χώρου με τις εναλλαγές του τοπίου και τις μεγάλες κλίσεις που αποτυπώνονται και στα τοπωνύμια της περιοχής (π.χ. Μεγάλα Γκρεμνά), το μέτωπο του Ταϋγέτου, τα φαράγγια, χαρακτηρίζουν το τοπίο της περιοχής, μαζί με τη βλάστηση και το θαλάσσιο μέτωπο. Καθοριστικά συμβάλλει και η παρουσία του ανθρώπου και οι δραστηριότητές του, πλήρως προσαρμοσμένες και ενταγμένες στο χώρο, με τις καλλιέργειες με κυρίαρχη και σχεδόν αποκλειστική την ελαιοκαλλιέργεια, τις αναβαθμίδες, τους οικισμούς και τα πολιτιστικά μνημεία (ναοί, καλντερίμια, αλώνια κ.λπ.). Η έντονη τουριστική ανάπτυξη που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια τόσο στις τουριστικές υποδομές όσο και στην εξοχική κατοικία έχουν μεταβάλλει σημαντικά το χαρακτήρα της περιοχής μεταμορφώνοντάς τον από αγροτικό σε τουριστικό. Τα στοιχεία αυτά συνθέτουν μια εικόνα χαρακτηριστική της περιοχής της Μάνης αλλά και πλήρως ενταγμένης στο χαρακτήρα του μεσογειακού τοπίου.

Η περιοχή της Καρδαμύλης χαρακτηρίζεται ως τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους ως αξιόλογο φυσικό τοπίο με πλούσια βλάστηση, μέσα στο οποίο εντάσσονται χαρακτηριστικά δείγματα της εξέλιξης της μανιάτικης κατοικίας και ως ιστορικός τόπος, λόγω της σημασίας που έχει για την ιστορία της αρχιτεκτονικής και γενικότερα για την ελληνική ιστορία, επειδή η γη της, κατοικούμενη από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι σήμερα, είναι πλούσια σε μνημεία όλων των εποχών και η ιστορία της πλούσια σε γεγονότα. Μέσα σ’ ένα καταπράσινο τοπίο, υπάρχουν κτιριακά συγκροτήματα συγγενών, τειχισμένες οχυρές εγκαταστάσεις μπέηδων – καπετάνιων, κτιριολογικοί τύποι και εξέλιξη αυτών στο 18ο και 19ο αι. και νεότερη πολεοδομική εξέλιξη ενός δυναμικού παραλιακού κέντρου. Τρία υπο-συγκροτήματα διατεταγμένα γύρω από τις αυλές αποτελούν την εγκατάσταση που είναι περιτειχισμένη, έχει σχήμα τριγωνικό και σ’ αυτήν δεσπόζουν ένας 5-όροφος πολεμόπυργος και το πυργοειδές κωδωνοστάσιο του μεγαλοπρεπούς ναού του Αγ. Σπυρίδωνα. Αντίκρυ από την οχυρή εγκατάσταση του βράχου της Πάνω Καρδαμύλης, συσπειρώθηκαν προεπαναστατικά άλλοι 4 οικογενειακοί πυρήνες που αποτέλεσαν την Κάτω Καρδαμύλη. Ανάμεσα στα 60 κτίρια που χτίστηκαν σταδιακά σε 25 στρ. περίπου, σώζονται αρκετά προεπαναστατικά σπίτια. Ξεχωρίζουν ακόμη, αν και μετασκευασμένοι, ορισμένοι προεπαναστατικοί πύργοι-πυργοκατοικίες. Μετεπαναστατικά, πάνω στο δρόμο που συνέδεε τους παλιούς αυτούς οικισμούς με το λιμάνι αναπτύχθηκε ο οικισμός σε γραμμική επέκταση με εμπορικά καταστήματα και ευρύχωρα σπίτια με νεότερα και νεοκλασικά χαρακτηριστικά.


Πηγές στα όρια του Δήμου Δυτικής Μάνης Ονομασία πηγής

Τοπική Κοινότητα

Ετήσια Εκφόρτιση

(m3)

Ενότητα

Βυρός

Εξωχωρίου

422.097

Βυρού – Στούπας –Ντολού (καρστική)

Βυρός

Εξωχωρίου

178.230

Βυρού – Στούπας –Ντολού (καρστική)

Καλμπατσέϊκα

Εξωχωρίου

18.250

Βυρού – Στούπας –Ντολού (καρστική)

Ρέμα Μόιτσα

Καρυοβουνίου

3.833

Βυρού – Στούπας –Ντολού (καρστική)

Ρέμα Μόιτσα

Καρυοβουνίου

4.234

Βυρού – Στούπας –Ντολού (καρστική)

Ρέμα Μόιτσα

Καρυοβουνίου

4.709

Βυρού – Στούπας –Ντολού (καρστική)

Κάλιασμα

Λαγκάδας

4.033

Βυρού – Στούπας –Ντολού (καρστική)

Στεγνό Λαγκάδι

Τσερίων

10.950

Υδρογεωλογικών ορίων

Ισβαρί

Τσερίων

44.804

Καρδαμύλης (καρστική)

Βασιλική

Καρυοβουνίου

109.500

Ανατολικής Περιμέτρου (καρστική)

Χιονίστρα

Καρυοβουνίου

15.768

Ανατολικής Περιμέτρου (καρστική)

Χιονίστρα

Καρυοβουνίου

7.519

Ανατολικής Περιμέτρου (καρστική)

Καρτήλιο

Καρυοβουνίου

967

Κούτουπα (ασθενής

Βασιλική

Καρυοβουνίου

91.250

Κούτουπα (ασθενής

Αγίου Δημητρίου

Καρυοβουνίου

2.920

Κούτουπα (ασθενής

Μουζιά

Τσερίων

18.250

Κούτουπα (ασθενής

Αγία Παρασκευή

Τσερίων

91.250

Κούτουπα (ασθενής

Συκιά

Καρυοβουνίου

54.057

Κούτουπα (ασθενής

Ανασπάσματα

Καρυοβουνίου

37.121

Κούτουπα (ασθενής

Τσαντήλι Λάκκα

Καρυοβουνίου

9.271

Κούτουπα (ασθενής

Βολιμία

Μηλέας

24.875

Κούτουπα (ασθενής

Βυρός

Μηλέας

23.981

Κούτουπα (ασθενής

Ασοτίνα

Μηλέας

4.453

Κούτουπα (ασθενής

Ασοτίνα

Μηλέας

4.855

Κούτουπα (ασθενής

Παχλιάνοβα

Μηλέας

4.508

Κούτουπα (ασθενής

Γόλινα

Μηλέας

8.833

Κούτουπα (ασθενής

Γόλινα

Μηλέας

5.384

Κούτουπα (ασθενής

Μάριοβα

Μηλέας

1.679

Μηλέας – Κακοβουνίου (ασθενής)

Αυλούλια

Μηλέας

1.205

Μηλέας – Κακοβουνίου (ασθενής)

Ξανθιάνικα

Μηλέας

1.989

Μηλέας – Κακοβουνίου (ασθενής)

Σμούγα

Μηλέας

1.606

Μηλέας – Κακοβουνίου (ασθενής)

Μονή Βαϊδενίτσας

Σαϊδόνας

59.331

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Μονή Βαϊδενίτσας

Σαϊδόνας

42.285

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Μονή Βαϊδενίτσας

Σαϊδόνας

40.296

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Μονή Βαϊδενίτσας

Σαϊδόνας

45.461

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

ΜονήΣαμουήλ

Σαϊδόνας

11.717

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

ΜονήΣαμουήλ

Σαϊδόνας

8.797

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

ΜονήΣαμουήλ

Σαϊδόνας

11.552

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

ΜονήΣαμουήλ

Σαϊδόνας

9.983

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Παρπανίτσα

Σαϊδόνας

18.068

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Παρπανίτσα

Σαϊδόνας

16.717

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Παρπανίτσα

Σαϊδόνας

7.793

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Παρπανίτσα

Σαϊδόνας

16.681

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Καστανέα

Καστανέας

11.279

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Ψανά

Καστανέας

43.070

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Γλυστέρνι

Καστανέας

4.599

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Διόφυλλου

Καστανέας

3.906

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Τρουλί

Καστανέας

10.439

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Λουμάκα

Καστανέας

9.527

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Αγ. Κωνσταντίνος

Καστανέας

17.484

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Αγία Κυριακή

Καστανέας

8.870

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Αγία Κυριακή

Καστανέας

3.468

Βαϊδενίτσας – Καστανέας (ασθενής)

Μονή Παναγίας

Λαγκάδας

17.319

Νότιας περιοχής (ασθενής)

Καβελάρης

Λαγκάδας

3.522

Νότιας περιοχής (ασθενής)

Κούμανι

Νομιτσί

3.979

Νότιας περιοχής (ασθενής)

Τριτσιανά

Νομιτσί

53.692

Νότιας περιοχής (ασθενής)

Αυλοί

Πλάτσας

3.504

Νότιας περιοχής (ασθενής)

Λοσίσταινα

Πλάτσας

3.340

Νότιας περιοχής (ασθενής)

Πηγή

Πλάτσας

6.260

Νότιας περιοχής (ασθενής)

Πηγή

Πλάτσας

5.512

Νότιας περιοχής (ασθενής)

Πηγή

Πλάτσας

3.504

Νότιας περιοχής (ασθενής)

Προαστίου

Προάστιο

36.044

Προαστίου (ασθενής)



Κορυφές

Ο Δήμος εντάσσεται στην κατηγορία των ορεινών Ο.Τ.Α. Το υψόμετρο κυμαίνεται από 0-2.407m και το γεωμορφολογικό ανάγλυφο χαρακτηρίζεται από τοπικά μηδενικές και μικρές κλίσεις στα πεδινά και μεγαλύτερες στα ορεινά. Το υψόμετρο αυξάνεται σταδιακά, αλλά όχι ομαλά, με αρκετές κατά θέσεις εξάρσεις. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η κορυφή Προφήτης Ηλίας του Ταϋγέτου, η υψηλότερη της Πελοποννήσου (2.407m), εκτείνεται μόλις σε 12,8 Km οριζόντια απόσταση από τη θάλασσα. Επίσης σχηματίζονται οι κορυφές: Χαλασμένο (2.204m), Μαυροβούνα (1.909m), Τραγοβούνι (1.908m), Νεραϊδοβούνα (2.032m), Άγιος Νίκων (1.204m). Με κλιμακωτή διάταξη αναπτύσσονται τρεις χωρικές ενότητες:


 

Δυτική Μάνη

Western Mani

Westliche Mani

Δυτική Μάνη Ταυγετος

Western Mani Taygetos

Westliche Mani Taygetos

Πρόσκληση Δημάρχου

Δυτική Μάνη / Ταξιδιωτικός Οδηγός

Καλώς ήρθατε!

Η Δυτική Μάνη σας προσκαλεί να την επισκεφθείτε, να την εξερευνήσετε και να επιστρέψετε στον τόπο σας πλουσιότεροι, καθώς τα ταξίδια ανταμοίβουν με νέες εικόνες και εμπειρίες!
Παραδοσιακοί Πύργοι, Πετρόκτιστα Σπίτια,  Κάστρα, Νερόμυλοι, Γεφύρια, Βρύσες, Λιθόστρωτα Μονοπάτια, Βυζαντινά Μοναστήρια, Εκκλησίες και Αρχαιοελληνικά Μνημεία κρύβονται μέσα στην άγρια φύση της Μανιάτικης γης.
Ο Ταΰγετος στέκει επιβλητικά ακριβώς πάνω από τη θάλασσα και δημιουργεί μαζί της ένα ενιαίο οικοσύστημα μοναδικής ομορφιάς, με ιδιαίτερη χλωρίδα και πανίδα.

Από τις κορυφές του βουνού, μέχρι τις πολυάριθμες παραλίες, οι επισκέπτες ανακαλύπτουν το φυσικό δίκτυο σύνδεσης των φαραγγιών και των μονοπατιών και απολαμβάνουν την πεζοπορία, την αναρρίχηση, την ποδηλασία, την κολύμβηση και τα θαλάσσια αθλήματα.
Επιπλέον, η φιλοξενία των Μανιατών, τα παραδοσιακά έθιμα τους, οι σύγχρονες τουριστικές υποδομές, που εξυπηρετούν πληθώρα εναλλακτικών μορφών θεματικού τουρισμού, και τα τοπικά προϊόντα εξασφαλίζουν την ποιότητα της διαμονής σας! Καλές διακοπές!

 

Ο Δήμαρχος
Ιωάννης Μαραμπέας

Mayor’s Invitation

Western Mani / Travel Guide

Welcome!

Western Mani invites you to visit it, to explore it and to return home richer, as journeys reward the travelers with new images and experiences!
Traditional towers, stone-built houses, castles, water mills, bridges, fountains, cobblestone streets, Byzantine monasteries, churches and ancient Greek monuments are hiding in the wild nature of the Maniot land.
Taygetos stands imposingly just above the sea and creates with it, an ecosystem of unique beauty, with a special flora and fauna.

From the peaks of the mountain, to the numerous beaches, visitors discover the natural connection network that consists of canyons and paths and enjoy hiking, climbing, cycling, swimming and water sports.
Moreover, the hospitality of Maniots, their traditional customs, the modern tourist infrastructure, which serves several alternative forms of thematic tourism, and the local products ensure the quality of your stay! Happy Holidays!

The Mayor
Ioannis Marampeas

Bürgermeister Einladung

Westliche Mani / Reiseführer

Willkommen!

Westliche Mani lädt Sie ein, es zu besuchen und es zu erkunden, um reicher nach Hause zurückzukehren, denn Fahrten belohnen die Reisenden mit neuen Bildern und Erfahrungen!
Traditionelle Türme, Steinhäuser, Schlösser, Wassermühlen, Brücken, Brunnen, Kopfsteinstrassen, byzantinische Klöster, Kirchen und antiken Griechishen Monumenten verstecken sich in der wilden Natur des Maniot Landes.
Taygetos steht imposant über dem Meer und formt damit ein Ökosystem von einzigartiger Schönheit, mit einer besonderen Flora und Fauna.

Von den Bergspitzen, zu den zahlreichen Stränden, die Besucher entdecken das natürliche Verbindungsnetzwerk von Schluchten und Pfaden und genießen Wandern, Klettern, Radfahren, Schwimmen und Wassersportarten.
Ausserdem ist die Gastfreundschaft von Maniots, ihre traditionellen Bräuche, moderne touristische Infrastruktur, die eine Vielzahl von alternativen Formen des thematischen Tourismus dient, und die regionale Porodukte sorgen für die Qualität Ihres Aufenthaltes ! Schöne Ferien!


Der Bürgermeister
Ioannis Marampeas

 

 

westmani.com